Δευτέρα 31 Μαΐου 2021

 Tο 1969 ο Gershon Kingsley είναι πλέον έτοιμος για να γράψει το δικό του ποπ-ηλεκτρονικό LP. Και φυσικά λέμε για το "Music to Moog by" [Audio Fidelity], που περιείχε πρωτότυπα μα και διασκευές – όπως στο παραδοσιακό "Scarborough fair" και στα τραγούδια των Beatles "Nowhere man" και "Paperback writer".

Από τα πρωτότυπα το κομμάτι που σε κέρδιζε περισσότερο ήταν μάλλον το "Sheila", με την αληθινά γοητευτική μελωδία του, αλλά εκείνο που έμελε να γράψει ιστορία ήταν το "Pop corn", που διαρκούσε μόλις 2:22 λεπτά και ήταν τελευταίο στην πρώτη πλευρά. Δεν φαίνεται να το είχε και πολύ σε εκτίμηση ο συνθέτης του, δηλαδή!

Σε κάθε περίπτωση το κομμάτι αυτό από την αρχή έδειχνε χαρακτήρα. Ήταν σπιντάτο, ξεκινούσε με τρία βασικά ακόρντα, που επαναλαμβάνονταν αμέσως άλλη μια φορά (συνεχίζοντας με πολύ έξυπνη ακολουθία, και με τα ακόρντα της αρχής να επανέρχονται στην πορεία) και άρα ήταν εύκολο να το απομνημονεύσεις, να το σφυρίξεις ή να το αναπαράγεις, είχε απλή μελωδία, ήταν εν τέλει χορευτικό, ήταν εξουθενωτικό. Αποδείχτηκε, τέλος πάντων, πως ήταν όλα αυτά το 1972, όταν έγινε η έκρηξη.

Όμως, τι ακριβώς συνέβη τότε; Θα πούμε, αλλά πιο πριν ας ακούσουμε αυτή την θρυλική σύνθεση στην πρώτη, αυθεντική, εκτέλεσή της από το 1969...

Το 1970 κυκλοφορεί ένα ηλεκτρονικό άλμπουμ κάτω από το όνομα Gershon Kingsley's First Moog Quartet στην αμερικάνικη εταιρεία, που είχε τυπώσει την προηγούμενη χρονιά και το προσωπικό LP του Kingsley, την Audio Fidelity. Μέλος εκείνου του κουαρτέτου ήταν (και) ο πιανίστας-κιμπορντίστας της τζαζ, συνθέτης και ενορχηστρωτής Stan Free.

Η διασκευή γίνεται τεράστια επιτυχία. Κόβεται σαν single, με πίσω πλευρά το δικό τους "At the movies", παντού στον κόσμο (ΗΠΑ, Γαλλία, Ελλάδα, Βενεζουέλα, Μοζαμβίκη, Τουρκία, Νότια Αφρική, Περού, Αυστραλία, Χιλή, Τζαμάικα, Ολλανδία, Μεγάλη Βρετανία, Ιαπωνία, Φιλιππίνες...), ενώ και το LP δεν πάει πίσω, καθώς και αυτό κυκλοφορεί σε διάφορες χώρες (και στην Ελλάδα).

Στο δεύτερο μισό του 1972 το "Popcorn" με τους Hot Butter βρίσκεται στα hit parades όλου του κόσμου. Στην Αμερική, στο Billboard Hot 100, πήγε μέχρι τη θέση 9 (21 Οκτωβρίου 1972), στα UK Singles έφθασε μέχρι το νούμερο 5 (μπήκε στο Top 50 στις 29 Ιουλίου του '72 κι έμεινε εκεί για 17 εβδομάδες συνολικά), αλλά πήγε νούμερο 1 σε Αυστραλία, Γαλλία, Δυτική Γερμανία, Ολλανδία, Νορβηγία, Ελβετία και επίσης ψηλά σε πάρα πολλές άλλες χώρες. Εκεί γύρω στον Οκτώβριο του 1972 έγινε επιτυχία και στην Ελλάδα.




Πηγή:Lifo.gr

 Κλιντ Ίστγουντ: Ένας τεράστιου μεγέθους ηθοποιός και σκηνοθέτης. Ότι και να έχει γυρίσει είναι απλά μοναδικό. Πάρα πολλοί λίγοι θα ναι αυτοί που θα πουν ότι δεν τους αρέσει μια δουλειά του είτε σαν σκηνοθέτης είτε σαν ηθοποιός.


Ή τεράστια καριέρα του  ξεκινά από  το 1955, υποδύθηκε δύο εμβληματικούς χαρακτήρες της μεγάλης οθόνης, τον «Άνθρωπο δίχως όνομα» και τον «Επιθεωρητή Κάλαχαν» και σκηνοθέτησε σημαντικές ταινίες («Bird», «Οι Ασυγχώρητοι», «Σκοτεινό Ποτάμι», «Million Dollar Baby»).

Γεννήθηκε στις 31 Μαΐου 1930 στο Σαν Φρανσίσκο της Καλιφόρνιας. Στις αρχές της δεκαετίας του 1960, όταν  ο κορυφαίος σκηνοθέτης Σέρτζιο Λεόνε άρχισε να αναζητεί ηθοποιό για να πρωταγωνιστήσει στο μετέπειτα θρυλικό σπαγγέτι γουέστερν «Για μια χούφτα δολάρια», δυσκολεύτηκε αφάνταστα .Οι απορρίψεις έπεφταν η μια μετά την άλλη απο πολλούς αστέρες της τότες εποχής ,όπως ο Τζέημς Κόμπερν που ήταν και η πρώτη επιλογή ,ο σκληρός Τσάρλς Μπρόνσον κ.α.

Ο τελευταίος που αρνήθηκε ήταν ο Ρίτσαρντ Χάρισον, ο οποίος όμως πρότεινε στην παραγωγή έναν ψηλό τύπο που έπαιζε ήδη τον καουμπόη σε μια σειρά της αμερικανικής τηλεόρασης, ο οποίος εκτός των άλλων θα ήταν και οικονομικός. Πράγματι, ο Κλιντ Ίστγουντ, γιατί περί αυτού επρόκειτο, πληρώθηκε 15.000 δολάρια για να υποδυθεί τον περίφημο Άνθρωπο Χωρίς Όνομα. Κάποια χρόνια αργότερα ο Χάρισον σχολίασε ότι το να αρνηθεί τον ρόλο και να προτείνει τον  Ίστγουντ ήταν η μεγαλύτερη συνεισφορά του στον κινηματογράφο.

Η υποκριτική δεινότητα του Eastwood αμέσως άφησε το στίγμα της όχι μόνο στο «Για μια χούφτα δολάρια» άλλα και στα επόμενα δύο της επικής τριλογίας των σπαγγέτι γουέστερν του Λεόνε, Καλός - Ο Καλός, ο Κακός και ο Άσχημος (1966), Μονομαχία στο Έλ Πάσο(1965).

Ο ρόλος του Ίστγουντ  ήταν ο «Ανθρώπος χωρίς όνομα» η στα άγγλικα «The Man with no name». Για το στύλ του ντύσιμου,  τα μαύρα τζιν τα αγόρασε ο ίδιος ο Κλίντ από ένα μαγαζί στη Hollywood Boulevard, το καπέλο βρέθηκε στη Σάντα Μόνικα, και τα μαύρα πούρα από ένα μαγαζί στο Μπέβερλι Χιλς.

O Kλιντ Ίστγουντ φοράει το ίδιο πόντσο και στις τρεις ταινίες. Δεν  πλύθηκε για όλα τα γυρίσματα μέχρι να ολοκληρωθεί η τριλογία.

Άκολούθησαν πάρα πολλές ταινίες η μια καλύτερη από την άλλη πραγματικά. 

Το 1968 πρωταγωνίστησε στο πρώτο του αμερικανικό γουέστερν «Κρεμάστε τους ψηλά!» («Hang ’Em High»), που σκηνοθέτησε ο Τεντ Ποστ.

Την ίδια χρονιά συνεργάστηκε με τον σκηνοθέτη Ντον Σίγκελ στο αστυνομικό δράμα «Το Δίκιο σου το Παίρνεις με Αίμα» («Googan’s Bluff»).Ο Ντόν Σίγκελ ο οποίος είναι ο Δέυτερος μεντοράς του μετά τον Λεόνε ο οποίος είναι και αυτός που του έμαθε πως να σκηνοθετεί. Με τον Σίγκελ συνεργάστηκε στο γουέστερν «Οι γύπες πετούν χαμηλά» («Two Mules for Sister Sara», 1970), στο ψυχολογικό θρίλερ «Ο Προδότης» («The Beguiled», 1971) .Ο άλλος ρόλος που τον έκανε διάσημο ήταν αυτός του σκληρού αστυνομικού Harry Callahan ή αλλιώς Dirty Harry. Ξέρετε αυτός με το μάγκνουμ που θέριζε. Ένας σκληρός άντρας με δίκαιη καρδιά και καμία πίστη στη σύστημα δικαιοσύνης. Η πρώτη ταινία ήταν «Ο Επιθεωρητής Κάλαχαν» («Dirty Harry», 1971) σε σκηνοθεσία επίσης του Ντόν Σίγκελ και ακολούθησαν τρεις ακόμη άλλα χωρίς της σκηνοθετικές οδηγίες του Σίγκελ: «Ένα Μάγκνουμ 44 για τον Επιθεωρητή Κάλαχαν» («Magnum Force», 1973) , «Ο Επιθεωρητής Κάλαχαν Ξαναχτυπά» («The Enforcer», 1976)  και «Ο Βρώμικος Χάρι» («Sudden Impact», 1983), .και στην ταινία δράσης «Απόδραση από το Αλκατράζ» («Escape from Alcatraz», 1979).

Το 1971 ο Κλιντ Ίστγουντ ξεκίνησε να σκηνοθετεί και το ξεκίνημα έγινε με το θρίλερ «Η Νύχτα της Εκδικήσεως» («Play Misty for Me», 1971), τα γουέστερν «Περιπλανώμενος Πιστολέρο» («High Plains Drifter», 1972), «Εκδικητής εκτός νόμου» («The Outlaw Josey Wales», 1976) και το θρίλερ κατασκοπείας «Ο Δολοφόνος των Άλπεων» («The Eiger Sanction», 1975) .Σε όλες αυτές της ταινίες εκτός από την σκηνοθεσία έπαιξε και τους πρωταγωνιστικούς ρόλους.

Στο γουέστερν «Εκδικητής εκτός νόμου» υποδύεται έναν αγρότη του Μιζούρι που καταφεύγει στη βία για να εκδικηθεί τη σφαγή της οικογένειάς του από λιποτάκτες στρατιώτες των Βορείων.

Το 1977 σκηνοθέτησε και πρωταγωνίστησε σε μία ακόμη δυναμική περιπέτεια, την ταινία δράσης «Ο άνθρωπος που δεν υπέκυψε ποτέ» («Gauntlet»). Ακολούθησε το «Μπρόνκο Μπίλι» («Bronco Billy», 1980) . Το 1982 παρουσίασε το ψυχροπολεμικό θρίλερ «Ο υπερκατάσκοπος των δύο ηπείρων» («Firefox»), στην οποία υποδύεται έναν αμερικανό πιλότο που κλέβει ένα τζετ τελευταίας τεχνολογίας από τους Σοβιετικούς. Την ίδια χρονιά γύρισε το κοινωνικό δράμα «Ο δρόμος για το Νάσβιλ» («Honkytonk Man»).

Το 1985 επέστρεψε στις ρίζες του και γύρισε το γουέστερν «Σιωπηλός Καβαλλάρης» («Pale Rider»).

Το 1986 υποδύθηκε ένα βετεράνο λοχία των πεζοναυτών στην ταινία «Ο Στρατιώτης» («Heartbreak Ridge»). Μετά ακολούθησε το «Λευκός κυνηγός, Μαύρη Καρδιά» (1990)  το οποίο αναφέρεται σ’ ένα επεισόδιο από την ιστορία του κινηματογράφου και συγκεκριμένα στα περιπετειώδη γυρ

ίσματα της ταινίας του Τζον Χιούστον «Η βασίλισσα της Αφρικής» («The African Queen», 1951).

Λάτρης της τζαζ και πιανίστας o ίδιος, σκηνοθέτησε το 1988 τη βιογραφική ταινία «Μπερντ» («Bird»), για τον σπουδαίο και τραγικό συνάμα σαξοφωνίστα Τσάρλι Πάρκερ (τον υποδύθηκε ο Φόρεστ Γουϊτάκερ) .

Τώρα όσον αφορά τα βραβεία τι να πρωτοπούμε. Οι Ασυγχώρητοι. Η ταινία πήρε εξαιρετικές κριτικές, προτάθηκε για πολλά βραβεία και τελικά κέρδισε το Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας. Ο Κλιντ Ίστγουντ κέρδισε το Όσκαρ Σκηνοθεσίας, ενώ ήταν και υποψήφιος για το Όσκαρ Α' Ανδρικού Ρόλου. Το 1995 θα γυρίσει το ευαίσθητο δραματικό φιλμ “Οι Γέφυρες του Μάντισον”και  το 2003 θα σκηνοθετήσει το “Σκοτεινό Ποτάμι” Κέρδισε δεύτερη φορά το Όσκαρ καλύτερης σκηνοθεσίας το 2004 για την ταινία Million Dollar Baby (που επίσης πήρε το Όσκαρ καλύτερης ταινίας) καθώς και άλλες δύο υποψηφιότητες.

Θα αναφέρω και μερικές άλλες ταινίες του .
Flags of Our Fathers- 2006
Letters from Iwo Jima-2006
Changeling-2008
Gran Torino-2008
Invictus-2009
Hereafter-2010
J. Edgar -2011
American Sniper-2014
Sully-2016
The Mule -2018
Richard Jewell-2019

Ο Κλιντ Ίστγουντ,  γιόρτασε πρόσφατα τα 91 του χρόνια. Εμείς να του ευχηθούμε να ναι πάντα καλά και να συνεχίσει να μας δίνει τεράστιες κινηματογραφικές επιτυχίες όπως έχει κάνει μέχρι τώρα.

Κυριακή 30 Μαΐου 2021

 Ο «Πειραιάς για Ολους» παραθέτει μια μικρή ιστορική αναφορά για το «Χάι-Λάιφ»: Οι Πειραιώτες το γνωρίζουν ως το κτίριο της τοπικής οργάνωσης του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας από τη δεκαετία του 1980, με το ομώνυμο ουζερί και το μπαρ «Corfu» στην όψη της πλατείας.

Το μέγαρο κτίστηκε την περίοδο μεταξύ 1908 και 1912 και αποτελεί αδιαμφισβήτητα ένα από τα σημαντικά κτίρια εκλεκτικιστικής αρχιτεκτονικής της πόλης. Το ισόγειό του κρύβει ένα αρχιτεκτονικό στολίδι. Είναι ένας χώρος σινεμά και συναυλιών του Μεσοπολέμου με αρ ντεκό διακόσμηση, θεωρεία και εξώστη. Είχε την τύχη να διασωθεί από τις μαζικές κατεδαφίσεις της περιόδου της δικτατορίας και του δημάρχου της, που θεωρούσε «ανάπτυξη» την εξαφάνιση των ιστορικών κτιρίων.

Υπάρχει άλλη μία άγνωστη ιστορία: Το 1943, όταν το επιτελικό κέντρο των ναζιστικών στρατευμάτων κατοχής εγκαταστάθηκε στην πλατεία Κοραή, το «Χάι-Λάιφ» επιτάχθηκε και στέγασε τα κεντρικά γραφεία της γερμανικής Γκεστάπο. Μετά τη Μεταπολίτευση και για σχεδόν σαράντα χρόνια το ΚΚΕ, ως ιδιοκτήτης του κτιρίου, σεβάστηκε την κινηματογραφική αίθουσα, το ίδιο και οι ιδιοκτήτες των δύο πολυχώρων που εγκαταστάθηκαν εκεί αργότερα, του «Passport» και του «Κρεμλίνου».

Ο Πειραιάς έχασε χωρίς λόγο τρεις μεγάλους κινηματογράφους του Μεσοπολέμου, οι οποίοι καταστράφηκαν με την αλλαγή ιδιοκτήτη και την ανέγερση πολυκαταστημάτων, ενώ μπορούσαν να ενσωματωθούν στα νέα κτίρια. Ηταν το «Σπλέντιτ», το «Καπιτόλ» και τελευταίο το «Παλλάς» στο Πασαλιμάνι.





 «Μια Ιταλίδα από την Κυψέλη» είναι ο τίτλος ελληνικής κινηματογραφικής ταινίας παραγωγής του 1968, από τα στούντιο της Φίνος Φιλμ. Τη σκηνοθεσία και το σενάριο της ταινίας υπογράφει ο Ντίνος Δημόπουλος και είναι διασκευή του ομώνυμου θεατρικού έργου σε αρχικό σενάριο των Πολύβιου Βασιλειάδη και Νίκου Τσιφόρου.


Ο Αντώνης (
Αλέκος Αλεξανδράκης) επιστρέφει από τις σπουδές του (ηλεκτρολόγος-μηχανολόγος) στην Ιταλία μαζί με την Ελληνίδα σπουδάστρια Καλών Τεχνών και γυναίκα του Μπιάνκα (Μάρω Κοντού) που την παρουσιάζει ως Ιταλίδα μνηστή στην οικογένειά του. Ο κύριος λόγος αυτού του ψέματος είναι η αδερφή του Τούλα (Κατερίνα Γιουλάκη), κύρια κληρονόμος της οικογενειακής περιουσίας με χαρακτηριστική ξενομανία και καταπιεστική συμπεριφορά απέναντι στον άντρα της Πολυκράτη (Γιάννης Βογιατζής). Το ζευγάρι καταστρώνει σχέδιο να της αλλάξει άποψη σε συνεργασία με τον Πολυκράτη, χρησιμοποιώντας υπερβολές (πολλά μπάνια, τολμηροί χοροί, πολλά έξοδα κλπ) με την δικαιολογία ότι έτσι ζουν οι άνθρωποι όχι μόνο στην Ιταλία, αλλά σε όλη την Ευρώπη και τελικά το καταφέρνει, με τελικό αποτέλεσμα το νιόπαντρο ζευγάρι να γίνει αποδεκτό από την Τούλα.

Οι στρατονόμοι

Σύμφωνα με όσα αναφέρονται στην επίσημη ιστοσελίδα της Finos Film, τα γυρίσματα της ταινίας πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια της χούντας και οι αρχές απαγόρευσαν στον Αλέκο Αλεξανδράκη, λόγω των αριστερών του πεποιθήσεων, να ταξιδέψει στην Ιταλία για τις ανάγκες των γυρισμάτων. Η Μάρω Κοντού μάλιστα είχε πει ότι τον είχαν κατεβάσει οι στρατονόμοι από το αεροπλάνο.

Ο… πιτσιρικάς Γαλανός

Τον ρόλο του Αντώνη που έπαιξε τελικά ο Αλεξανδράκης, λίγο έλειψε να πάρει ο Νίκος Γαλανός. «Μια μέρα αποφασίζω και πηγαίνω στον Φίνο. Βρίσκω τον διευθυντή της εταιρείας, τον Μάρκο Ζέρβα, συστημένος από τον Μπάρκουλη.. Μόλις με βλέπει εκείνος, αμέσως με αγκαλιάζει και μου λέει: “Μικρέ, ο Δημόπουλος ετοιμάζει μια ταινία με την Μάρω Κοντού. Θα τον φωνάξω να τα πούμε”. Έρχεται ο Δημόπουλος, με κοιτάζει, με ξανακοιτάζει και λέει στον Ζέρβα: “Δεν νομίζω ότι θα δέσει ως ζευγάρι στην ταινία με την Μάρω. Είναι πολύ πιτσιρικάς”. Η ταινία όπου δεν έπαιξα ήταν το “Μια Ιταλίδα απ’ την Κυψέλη” και τον ρόλο πήρε ο μεγάλος Αλέκος Αλεξανδράκης», έχει πει ο Νίκος Γαλανός στην εφημερίδα Espresso.

Πηγή:Fosonline.gr

Παρασκευή 28 Μαΐου 2021

 The Pianist(2002)


Άραγε η τέχνη μπορεί να επιβιώσει μέσα στο φασισμό;

Ο Πολωνοεβραίος πιανίστας Wladyslaw Szpilman έρχεται αντιμέτωπος με τον πόλεμο ενώ παίζει Σοπέν στον κρατικό ραδιοφωνικό σταθμό της Βαρσοβίας. Η ιστορία του εξελίσσεται από το 1939 μέχρι και το 1945 κατά την οποία διάρκεια αυτών των χρόνων ο Szpilman προσπαθεί να επιβιώσει σε ένα κλίμα φασισμού μαζί με την οικογένειά του, όπου ζουν σε άθλιες συνθήκες και μέρα με την ημέρα τα δικαιώματά τους περιορίζονται με αποκορύφωμα το 1940 συγκεντρώνονται στο Γκέτο της Βαρσοβίας. Η πείνα και ο εξευτελισμός πλέον έχουν κυρίαρχη θέση στη ζωή του Szpilman και της οικογένειάς του. Στη συνέχεια όμως χωρίζεται από την οικογένειά του ποθ επρόκειτο να μεταφερθεί και δεν την ξανασυναντάει ποτέ. Τότε ο Szpilman δουλεύει ως εργάτης-σκλάβος δε γερμανικές μονάδες , όμως καταφέρνει να γλιτώσει και να επιβιώσει με τη βοήθεια παλιών γνωστών. Έστι κρυμμένος πια παρακολουθεί χωρίς να αντιδράσει τις βιαιότητες που διαπράττουν οι Ναζί στην Πολωνία. Έχοντας μείνει μόνος τριγυρνά σε μια πόλη φάντασμα χωρίς να υπάρχει θέση για την ξεχασμένη τέχνη του.

Σε όλη την ταινία υπάρχει μια ειρωνεία και συγκίνηση μπαίνει σε δεύτερη μοίρα. Ο Szpilman κάθε φορά επιβιώνει από τύχη, η οποία συνδέεται κυρίως με την ιδιότητα του πιανίστα, αφού ο ίδιος επιλέγει να μη συμμετέχει σε ηρωικές πράξεις. Η παθητική του στάση θα τον οδηγήσει να είναι απλά ένας παρατηρητής και να βιώνει μια ζωώδη και ημίτρελη κατάσταση.

Δεν είναι τυχαίο ότι ο Roman Polanski θέλησε να σκηνοθετήσει μια τέτοια ταινία, αφού η ιστορία αυτή του ξυπνάει μνήμες καθώς ο ίδιος και η οικογένειά του ήταν Πολωνοεβραίοι και έζησαν το φασισμό σε μέγιστο βαθμό. Ο ίδιος μάλιστα επέζησε από τον βομβαρδισμό της Βαρσοβίας. Όταν διάβασε την ιστορία του Πολωνού πιανίστα, όπου ο ίδιος έγραψε ύστερα από τον πόλεμο, έδωσε το καλύτερο αποτέλεσμα για το κλίμα της εποχής. Η ακρίβεια στις ημερομηνίες, στα κουστούμια και στα σκηνικά αλλά και η απεικόνιση των χαρακτήρων που τα βιώνουν όλα αυτά φέρνουν στην επιφάνεια την κόλαση του πολέμου.

Ένας βομβαρδισμός θα διακόψει το Szpilman, ο οποίος έπαιζε τη “Νυχτερινή” του Σοπέν, η πλήρωση θα έρθει μόνο όταν θα ολοκληρωθεί, γιατί και αυτός είναι ο σκοπός ενός καλλιτέχνη.

Βιβλιογραφία: “Ρομάν Πολάνσκι” Μπάμπης Ακτσόγλου (εκδόσεις: Αιγόκερως)


 Ο Τέρενς Μαλίκ σε μια σταδιοδρομία σχεδόν 40 ετών έχει σκηνοθετήσει μόλις 5 ταινίες μεγάλου μήκους, ωστόσο πολλοί κριτικοί θεωρούν τις ταινίες του «αριστουργήματα» και τον ίδιο μια πολύ ενδιαφέρουσα προσωπικότητα που κρατάει την προσωπική του ζωή μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας και προτιμάει να εργάζεται πίσω από την κάμερα.

Η ταινία «Badlands» στην οποία μάλιστα ο σκηνοθέτης κάνει μια σύντομη εμφάνιση, αποτελεί μια δραματική περιπέτεια βασισμένη στην αληθινή ιστορία του κατά συρροή δολοφόνου Τσαρλς Σταρκγουέδερ και της νεαρής φιλενάδας του Καρίλ Ανν Φουγκάτ. Πιο συγκεκριμένα, περιγράφει την ιστορία δύο περιθωριακών νέων που θα ξεκινήσουν μια φονική πορεία χωρίς κάποιο εμφανές κίνητρο.

Ο Κιτ(χαρακτήρας βασισμένος στον Τσαρλς Σταρκγουέδερ) είναι ένας κοινωνικά αποκομμένος νέος από φτωχή οικογένεια που θεωρεί τον εαυτό του ως ένα είδος επαναστάτη χωρίς αιτία, όπως ακριβώς το ίνδαλμά του ο James Dean. Καθ’ όλη την διάρκεια της ταινίας, τον παρατηρούμε να βρίσκει ασήμαντες προφάσεις για να διαπράττει φόνους, ενώ παράλληλα δεν φαίνεται να αντλεί κάποια ευχαρίστηση μέσα από αυτούς. Η συναισθηματική αποστασιοποίηση και η αδιαφορία που χαρακτηρίζει τις μακάβριες πράξεις του, καθιστά τον χαρακτήρα του «απρόβλεπτό» και την συμπεριφορά του μη προσεγγίσιμή από «λογικές» κοινωνικές/ψυχολογικές ερμηνείες.

Η 14χρονή ΧόλυΣάρτζις από την άλλη, συντροφεύει τον Κιτ και αφηγείται την όλη ιστορία με έναν αδιάφορο, μη προσωπικό τόνο. Ο χαρακτήρας της σκιαγραφείται ως ένα συναισθηματικά απόμακρο και αφελές «παιδί» χωρίς αυτοπεποίθηση που αποφασίζει να ακολουθήσει τον Κιτ στο αιματηρό του ταξίδι απλά γιατί γοητεύτηκε από το ενδιαφέρον του…Παρόλο που η ίδια μένει αμέτοχη στις δολοφονίες, επιδεικνύει μια εντυπωσιακή έλλειψη συναισθηματικών αντιδράσεων μπροστά στο θάνατο και συναινεί στις πράξεις του φίλου της με την σιωπή της.

Κλείνοντας, το «Badlands» αποτελεί μια διερεύνηση της φύσης του καλού και του κακού και αποκαλύπτει τον άνθρωπο στο φυσικό του περιβάλλον, πραγματικά ελεύθερο και απαλλαγμένοαπό ηθικές επιταγές. Εισχωρεί στα βάθη της ανθρώπινης απάθειας που γεννά εγκλήματα χωρίς αιτία, αφαιρώντας το νόημα όχι μόνο από τον θάνατο αλλά και από την ζωή.




Πέμπτη 27 Μαΐου 2021

 Ted Nugent: Τεράστιος κιθαρίστας και θα λεγα και περιπτωσάρα με την καλή έννοια.

Το 1963 δημιούργησε το συγκρότημα των Amboy Dukes.Το συγκρότημα από το Chicago, πήρε το όνομά του από τη νουβέλα του Irving Shulman, The Amboy Dukes και συνδύασε το hard tock με τη ψυχεδέλεια αλλά δεν κατάφερε να αναγνωριστεί. Και να πώ και την αλήθεια, αν δεν ήταν ο Ted Nugent δεν θα το ήξερε κανένας το συγκρότημα.

Το 1967 κυκλοφόρησαν το ομώνυμο άλμπουμ τους .Το ποιό πετυχημένο τους άλμπουμ ήταν το "Journey to the Center of the Mind" που κυκλοφόρησε τον Απρίλιο του 1968 και περιείχε το ομώνυμο κομμάτι που έφθασε στο Top-20 του Billboard, ενώ ο δίσκος ήταν ο μοναδικός του συγκροτήματος που σκαρφάλωσε στο Hot-100.

Ακολούθησαν άλλα πέντε ποιοτικά, αλλά χωρίς ιδιαίτερη εμπορική επιτυχία, άλμπουμ Και το 1974 διαλύεται το γκρούπ και ο Nugent ξεκινάει  το 1975  σόλο καριέρα θα έλεγα με ένα καινούριο teamμε το όνομα Ted Nugent Band αποτελούμενο από παλιά μέλη των Amboy Dukes τον πρώην μπασίστα Rob Grange, τον ντράμερ Cliff Davies (πρώην If) και τον τραγουδιστή κιθαρίστα Derek St. Holmes.Αυτό ήταν και το αρχικό βασικό μουσικό όχημα του, με το οποίο δημιούργησε στην δεκαετία το ’70 τους πολύπλατινένιους δίσκους “Ted Nugent” (1975), “Free-for-All” (1976) και “Cat Scratch Fever” (1977). Τα άλμπουμ αυτά περιείχαν κλασικούς χαρντ ροκ ύμνους και μεταδίδονταν και στο ραδιόφωνο εκείνης της εποχής όπως το “Hey Baby“, το “Stranglehold“, το “Dog Eat Dog” και το “Cat Scratch Fever“. 

Το 1982 ενώνεται με το συγκρότημα Damn Yankees κυκλοφορώντας το 1990 το διπλά πλατινένιο άλμπουμ «Damn Yankees». Το 1990 ξαναγύρισε στη σόλο καριέρα κυκλοφορώντας το 1995 το άλμπουμ «Spirit of the Wild». Και το 2011 κυκλοφορεί το τραγούδι «I Still Believe».


H τελευταία στούντιο δουλειά ήταν το 2014 με το αξιόλογο "Shutup & Jam.

Σάββατο 15 Μαΐου 2021

 Μιχάλης Κακογιάννης, ένας σπουδαίος σκηνοθέτης. καταγωγή από την Κύπρο ο Μιχάλης Κακογιάννης μας άφησε κληρονομιά υπέροχα αριστουργήματα του παλιού καλού Ελληνικού Κινηματογράφου. Σε ένα από αυτά θα αναφερθούμε σήμερα. Στο κυριακάτικο Ξύπνημα(1954).


Η αιτία για αυτή την υπέροχη ταινία ήταν η μεγάλη φιλία που είχε ο ίδιος ο Κακογιάννης με τον μεγάλο Δημήτρη Χορν. Ο Δημήτρης Χορν ζήτησε από τον φίλο του Μιχάλη Κακογιάννη να γυρίσει αυτή την ταινία με στόχο να διαφημιστεί ο θεατρικός θίασος που είχε μαζί με την Έλλη Λαμπέτη και τον Γιώργο Παππά. Είναι μια ελαφριά κωμωδία η οποία περιστρεφόταν γύρω από τους καβγάδες και της παρεξηγήσεις  ανάμεσα σε ένα μικροαστικό νέο και νέα εκείνης της εποχής των 50s με αφορμή ένα λαχείο.

Τα εξωτερικά γυρίσματα είχαν γίνει στην Αθήνα και συγκεκριμένα σε διάφορα σημεία όπως στον τότε Βασιλικό Κήπο, στα πρώτα τραμ της πόλης, στις υπαίθριες αγορές ,την Νεάπολη, στον λόφο του Στρέφη, η κορυφή του οποίου αποτέλεσε το σκηνικό για το φινάλε της περιπέτειας της Έλλης Λαμπέτη, του Δημήτρη Χορν και του λαχείου που κυνηγούσαν. 

Ευκαιρία για τον Μιχάλη Κακογιάννη να φτιάξει μια όλο φρεσκάδα ,ευρήματα και δροσιά ταινία ,ύμνο στην Αθήνα που ο σκηνοθέτης είχε γνωρίσει σε ένα προηγούμενο ταξίδι το. Το κυριακάτικο ξύπνημα είναι όχι μόνο από της καλύτερες ταινίες της καριέρας του άλλα θα έλεγα και από της καλύτερες που είχε να παρουσιάσει ο μέρχρι τότε ελληνικός κινηματογράφος.

Και βεβαίως να αναφέρω και την υπέροχη ερμηνεία της Έλλης Λαμπέτη με το αξεπέραστο ταλέντο, τα μελαγχολικά μάτια και το πιο χαριτωμένο και γοητευτικό ψεύδισμα .


Παρασκευή 14 Μαΐου 2021

Στα μέσα της δεκαετίας του 1960, το ροκ από τις ΗΠΑ και την Μεγάλη Βρετανία έγινε αρκετά δημοφιλές στο γερμανικό κοινό. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, πρωτοποριακοί Γερμανοί μουσικοί, που έπαιζαν έως τότε ένα μείγμα κλασικής και ηλεκτρονικής μουσικής, χρησιμοποίησαν τα ηλεκτρονικά όργανα για να παράγουν ένα μουσικό ύφος που αναμείγνυε ήχους του προοδευτικού ροκ με ήχους του ψυχεδελικού ροκ. Από τις αρχές της δεκαετίας του 1970, μπάντες του Γερμανικού προοδευτικού ροκ που αργότερα ονομάστηκε krautrock, δημιουργούσαν στα κομμάτια τους διάφορα μουσικά μίγματα όπως ροκ με τζαζ και Ασιατική μουσική, μεταξύ άλλων. Πρωτοπόροι αυτού του είδους όπως οι Neu! και οι Kraftwerk, επηρέασαν αισθητά την τέκνο μουσική και άλλα είδη αργότερα.


 Ο ήχος του ροκαμπίλι επηρέασε πολύ τη Δυτική Ακτή της Αμερικής ως προς την ανάπτυξη ενός νέου είδους μουσικής που ήταν κυρίως ορχηστρικό και έγινε γνωστό ως μουσική σερφ. Αυτό το είδος της μουσικής ανταγωνιζόταν την ροκ εντ ρολ μουσική, αλλά γενικά κατηγοριοποιείται ως ένα παρακλάδι της ευρύτερης ροκ εντ ρολ σκηνής. Η σερφ ήταν γρηγορότερη από το ροκ εντ ρολ και ο ήχος της εμφάνιζε χαρακτηριστικές διαφορές, όπως οι κιθάρες με μεγάλο σήμα αντήχησης (reverb) ή ηχούς για να δοθεί μεγάλη αίσθηση του βάθους στον ήχο. 

Καλοκαίρι, ζέστη, παραλία, άμμος, σανίδες του σερφ και κύματα. Αυτά αποτελούν τα μυστικά συστατικά του surf rock, του είδους που συμβολίζει τη SoCal αραχτή ζωή των σερφερ της Καλιφόρνια. Ωστόσο, το surf rock δεν είναι μουσική αποκλειστικά για αυτή την ελίτ των επίδοξων surfers (που να πάμε για σερφ, στη Βουλιαγμένη;) αλλά είναι εξαιρετικά χαρακτηριστική και με μεγάλη πέραση στους απανταχού hipsters και λάτρεις της καλής μουσικής. Επίσης αποτέλεσε σημαντική επιρροή για την πορεία διάσημων συγκροτημάτων, όπως τους The Pixies και τους Dead Kennedys. Εκτός από αυτά, η καλτ εκρηκτικότητά του δεν άφησε ασυγκίνητο ούτε τον Quentin Tarantino, ο οποίος στη ταινία Pulp Fiction πρόσθεσε στο soundtrack πολλά σερφ τραγούδια όπως το Surf Rider, Bustin Surfboards και την περιβόητη “Misirlou” των Dick Dale and the Del-Tones.

Ένας από τους πιο ιδιαίτερους κιθαρίστες της σερφ ήταν Ο Ντικ Ντέιλ, πρωτοπόρος στο είδος χρόνια πριν από τη «Βρετανική Εισβολή» και την παντοδυναμία των «Σκαθαριών» και των υπόλοιπων «γιεγιέδικων» βρετανικών συγκροτημάτων των mid-60s (Rolling Stones, Troggs, Kinks, Dave Clark Five κ.λπ.)

Πολύ γνωστό συγκρότημα της σερφ ήταν οι Beach Boys που άφησαν το στίγμα τους στη σερφ προσθέτοντας πλούσιες μελωδίες στη φωνή, δημιουργώντας αυτό που έγινε γνωστό ως ο Ήχος της Καλιφόρνια.

Η surf κουλτούρα έγινε αρχικά δημοφιλής στη Νότια Καλιφόρνια. Σε παγκόσμιο επίπεδο, εμφανίστηκε μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, και τη δεκαετία του 1960 ζούσε τη χρυσή εποχή της.



Πηγή: https://frapress.gr/2017/06/mia-voutia-sta-kymata-tou-surf-rock/-kathimerini.gr-frapress.gr-


Πέμπτη 13 Μαΐου 2021

 Ποιά θα ήταν η τύχη των Ghostbusters αν κρατούσαν ραβδιά αντί για τα γνωστά μας όπλα πρωτονίων; Αν ταξίδευαν στο χρόνο και κυνηγούσαν γιγάντια φαντάσματα; Αν δεν υπήρχαν οι Bill Murray, Harold Ramis Ernie Hudson   και στη θέση τους είχαμε τον John Belushi, τον John Candy και τον Eddie Murphy;  Ποιός μπορεί να το ξέρει; Ίσως σε ένα άλλο παράλληλο σύμπαν, εκεί που ο John Belushi δεν πεθαίνει πριν ολοκληρωθεί το σενάριο και οι John Candy, Eddie Murphy να δέχονται τους ρόλους, αυτό να έχει συμβεί κι εκεί οι Ghostbusters να είναι μια κλασική επιτυχημένη κωμωδία φαντασίας ή κανείς να μην τη θυμάται σήμερα. Σε αυτό το σύμπαν, όμως, κανείς δε μπορεί να φανταστεί τους κυνηγούς φαντασμάτων με διαφορετική μορφή από αυτή που τελικά τους έδωσε ο  Ivan Reitman το 1984!

Πραγματικό φαινόμενο των 80’s και μία από τις καλύτερες κωμωδίες που προσωπικά θυμάμαι, αν δεν γελάσετε με το Ghostbusters ή το παρακάνατε με το botox ή έχετε τέτανο. Πνευματικό παιδί του Dan Aykroyd, η αρχική ιδέα για το φιλμ περιλάμβανε αντίπαλες εταιρίες κυνηγών φαντασμάτων


που ανταγωνίζονται για την πελατεία σε έναν μελλοντικό κόσμο. Ο Ivan Reitman επενέβη και επανέφερε το φιλμ στη δεκαετία του 80, τοποθετημένο στην πιο αντιπροσωπευτική μεγαλούπολη της γης, τη Νέα Υόρκη.

Ο Bill Murray, O Dan Aykroyd και άλλοι αξέχαστοι ηθοποιοί ανέδειξαν την ταινία του 1984 σε πολιτισμικό φαινόμενο.

Το 1989, κυκλοφόρησε το Σίκουελ  Ghostbusters II. Αργότερα δημιουργήθηκαν δύο τηλεοπτικές σειρές κινουμένων σχεδίων: The Real Ghostbusters και Extreme Ghostbusters, καθώς και πολλά βιντεοπαιχνίδια. Στις 15 Ιουλίου 2016, η Columbia Pictures, κυκλοφόρησε ένα reboot της ταινίας, ονόματι Ghostbusters.


Πηγή:Cine.gr-Wikipedia-Des kai Pes.Blogspot

Τετάρτη 12 Μαΐου 2021

 «The Glass House». Όσο κλισέ κι αν ακούγεται σαν τίτλος, άλλο τόσο εθιστικός είναι και σε παρακινεί να δεις τι υπάρχει πίσω απ’ αυτόν παρακολουθώντας την ταινία. Σε αυτό το θρίλερ μυστηρίου βλέπουμε την περιπέτεια που βιώνουν δύο αδέρφια, ο μικρός Rhett και η έφηβη Ruby, όταν μετά τον τραγικό θάνατο των γονιών τους σε τροχαίο δυστύχημα, μετακομίζουν στο Malibu όπου διαμένουν με τους παλιούς τους γείτονες, την Erin και τον Terry. Στην πορεία όμως παρατηρούμε ότι κάτι δεν πάει καλά με το συγκεκριμένο ζευγάρι που ανέλαβε την κηδεμονία των παιδιών, τα οποία παρεμπιπτόντως έχουν κληρονομήσει από τους γονείς τους το σπουδαίο χρηματικό ποσό των τεσσάρων εκατομμυρίων δολαρίων.


Το «The Glass House» είναι η 5η full length ταινία του σκηνοθέτη Daniel Sackheim και η πρώτη του που παίχτηκε στον κινηματογράφο διεθνώς.

Και ενώ ο πιτσιρικάς Rhett αφωσιώνεται ολημερίς στα ηλεκτρονικά παιχνίδια, η πιο καχύποπτη Ruby αρχίζει να υποψιάζεται τον σκοτεινό ρόλο του ζευγαριού παρατηρώντας διάφορες περίεργες καταστάσεις εντός του σπιτιού αλλά και την γενικότερα ύποπτη συμπεριφορά τους. Επίσης μαθαίνει ότι ο Terry χρωστάει μεγάλα χρηματικά ποσά έχοντας μπλέξει σε «βρωμοδουλειές» με ορισμένα επικίνδυνα άτομα τα οποία συχνά τον απειλούν face to face αλλά και τηλεφωνικώς. Η Terry ξετυλίγει σιγά σιγά του κουβάρι του μυστηρίου κατανοώντας πλέον ότι ο στόχος του αλλόκοτου ζευγαριού είναι η πλούσια κληρονομιά της και όχι η σωστή ανατροφή. Ακόμα πιο σοκαριστική είναι η ανακάλυψη σχετικά με το θάνατο των γονιών της…

Στη συνέχεια, η θαρραλέα πρωταγωνίστρια προσπαθεί να αντιδράσει με διάφορους τρόπους (e-mail σε έμπιστους αποδέκτες, επίσκεψη στον δικηγόρο τους κλπ.) φτάνοντας ακόμα και στο σημείο να δραπετεύσει από το σπίτι μαζί με τον αδερφό της αλλά τα πράγματα δεν είναι τόσο εύκολα. Οι μοχθηροί «κηδεμόνες» αντιλαμβάνονται το σχέδιο της Ruby και επιδιώκουν να σταματήσουν τα δύο αδέρφια με κάθε τρόπο, ακόμα κι αν αυτός πρόκειται να καταλήξει σε επικίνδυνες μεθόδους για τη σωματική ακεραιότητα των παιδιών. Θα καταφέρουν τα δύο αδέρφια να απαλλαγούν από την απειλή των νέων «κηδεμόνων»;

Η γεύση που σου αφήνει η ταινία είναι γλυκόπικρη, με το γλυκό να είναι μάλλον λίγο περισσότερο. Οι ερμηνείες είναι καλές, το σενάριο παρά την σχετική απλοϊκότητα και προβλεψιμότητά του έχει ένα ενδιαφέρον αλλά οι τρομακτικές σκηνές είναι σχετικά λίγες. Η πλοκή δεν εξελίσσεται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο και νομίζω ότι κάποια σημεία χρειάζονταν καλύτερο δέσιμο. Έχω την εντύπωση ότι ο δημιουργός έδωσε βιαστικές λύσεις σε ορισμένα θέματα που θα μπορούσε να τα έχει δουλέψει περισσότερο. Το gore είναι ελάχιστο αλλά δεν αποτελεί μειονέκτημα λαμβάνοντας υπόψη το είδος του «The Glass House», στηριζόμενο περισσότερο στη δημιουργία ατμόσφαιρας μυστηρίου και στην ψυχολογική φόρτιση. Αξιοπρεπείς οι ερμηνείες με την Leelee Sobieski να κλέβει την παράσταση. Συμπερασματικά, το «The Glass House» αξίζει ένα βλέφαρο αλλά δύσκολα ξαναβλέπεται με ευχαρίστηση.


Πηγή:Horrormovies.gr

Τρίτη 11 Μαΐου 2021

Styx - Mr. Roboto (Official Video)

 Υπάρχει μια ειδική υποκατηγορία ταινιών τρόμου περιστρεφόμενη γύρω από τα αυτοκίνητα και την άσφαλτο που ενίοτε μας έχει δώσει ενδιαφέροντα φιλμ (βλέπε π.χ. Joy Ride, Duel, Maximum Overdrive). Σ’ αυτήν ανήκει το ξεχασμένο «Wheels of Terror» του 1990 με πρωταγωνίστρια την Joanna Cassidy, την οποία οι περισσότεροι θα θυμούνται ίσως από το «Who Framed Rogger Rabbit» (1988) ή το «Blade Runner» (1982). Δυστυχώς το «Wheels of Terror» όχι μόνο δεν εντάσσεται στα ενδιαφέροντα έργα της συνομοταξίας αλλά σ’ αυτά που οι περισσότεροι προτιμούν να ξεχνούν για διάφορους λόγους.

Ο παρανοϊκός οδηγός ενός Dodge Charger (μοντέλο δεκαετίας 70) τρομοκρατεί μια μικρή πόλη της Αριζόνα απαγάγοντας, κακοποιώντας και ενίοτε σκοτώνοντας μικρά κορίτσια. Όταν ο μανιακός απαγάγει την κόρη της οδηγού του σχολικού λεωφορείου της πόλης, η μάνα της τον καταδιώκει με το σχολικό στους ατελείωτους αυτοκινητόδρομους και στις αχανείς ερημικές εκτάσεις της περιοχής. Θα καταφέρει να σώσει την κόρη της ή ο μανιακός θα προσθέσει άλλο ένα θύμα στην επαίσχυντη λίστα του;

Η ιστορία επρόκειτο να εκτυλιχτεί στην Napa Valley της Καλιφόρνια. Τελευταία στιγμή όμως οι συντελεστές μετέφεραν την ταινία στην Αριζόνα για λόγους σχετικούς με το budget.

Το μεγάλο πρόβλημα του «Wheels of Terror» είναι η νωχέλειά του. Ενώ το περιβάλλον της απόμακρης πόλης και μετέπειτα της ερήμου όπου εκτυλίσσεται η δράση δημιουργεί την ιδανική ατμόσφαιρα απελπισίας και απόγνωσης, η έλλειψη έμπνευσης και η επανάληψη παρόμοιων μοτίβων χαντακώνει την όλη προσπάθεια. Η εκτεταμένη σεκάνς καταδίωξης του μανιακού από την απελπισμένη μητέρα αποτελεί σίγουρα το κύριο ατού της ταινίας αλλά η μισή περίπου ώρα διάρκειάς της χαρακτηρίζεται από αυξομειώσεις στο ενδιαφέρον. Άλλοτε περιέχει αγωνιώδεις σκηνές και άλλοτε είναι εκνευριστικά επίπεδη, βαρετή έως και αφελής.

Πριν απ’ αυτή παρακολουθούμε κάποιες αποτυχημένες προσπάθειες του μανιακού να αρπάξει την κόρη της και κάποιες πετυχημένες έναντι άλλων κοριτσιών. Ελάχιστες όμως είναι οι συγκινήσεις. Οι χαρακτήρες εμφανίζονται απλά αδιάφοροι. Ακόμα και η Joanna Cassidy φαίνεται πεσμένη στην απόδοσή της. Εντύπωση προκαλεί και η μάλλον απρόσμενη έλλειψη gore.


Βέβαια το «Wheels of Terror» δύσκολα γίνεται συμπαθητικό και λόγω του δυσάρεστου θέματός του το οποίο ο νορμάλ άνθρωπος δεν θέλει καν να ακούει. Αποφεύγοντας όσο το δυνατόν τις ενοχλητικές, ηθικού τύπου ενστάσεις, καταλήγουμε σε αρνητικά συμπεράσματα για το φιλμ που μπορεί να μην είναι το πιο βαρετό της συνομοταξίας του, εντούτοις κινείται φανερά κάτω από το επίπεδο της μετριότητας, όντας κουραστικό και άνευρο στη μεγαλύτερη διάρκειά του.


Πηγή:Horrormovies.gr

Κυριακή 9 Μαΐου 2021

 CLOAK & DAGGER(1946)


CLOAK & DAGGER FILM POSTER 1CLOAK & DAGGER (1)

Το αφιέρωμα στην δεκαετία του`40, συνεχίζεται από τον μεγάλο σκηνοθέτη Fritz Lang.  Είναι η σειρά του “Cloak & Dagger”, από το 1946. Η ταινία δεν βασίζεται σε νουβέλα, αλλά στα απομνημονεύματα του ιδρυτή της μυστικής υπηρεσίας, που δρούσε στην διάρκεια του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου, Corey Ford, γραμμένο από την πένα του Alastair MacBain. Το βιβλίο έχει για τίτλο Cloak and Dagger: The Secret Story of O.S.S., ενώ να πούμε ακόμη, ότι ο E. Michael Burke βοήθησε στα γυρίσματα, με τις τεχνικές του συμβουλές. Η παραγωγή είναι του Milton Sperling, σε μια συμπαραγωγή των Warner Bros. Pictures και United States Pictures. Αυτό κι είναι σπάνιο, στην ιστορία του Αμερικάνικου σινεμά! Για το σενάριο συνεργάστηκαν οι Ring Lardner Jr.Albert MaltzCorey FordE. Michael Burke και John Larkin.

CLOAK & DAGGER FILM POSTER 8CLOAK & DAGGER FILM POSTER 12

Η καταπληκτική μουσική είναι του Max Steiner, ενώ φοβερή δουλειά έχει γίνει στην φωτογραφία, από τον Sol Polito(στενό συνεργάτη του Lang), αλλά και στο μοντάζ, από τον Christian Nyby. ΠρωταγωνιστούνοιGary CooperLilli PalmerRobert AldaVladimir SokoloffκαιJ. Edward Bromberg. Όλοι τους, εδικά η Palmer και ο Sokoloff, αφήνουν όμορφες ερμηνείες. Για τον Cooper τι να πούμε τώρα; Είναι σταθερός, στα δικά του υψηλά στάνταρ. Τεράστια η γκάμα του, σαν ηθοποιός και φοβερή η άνεση του εδώ. Δείτε τον στις πιο χαλαρές στιγμές της ταινίας. Εκεί που κάθεται στο δωμάτιο και παρακολουθεί την συμπρωταγωνίστρια του να ντύνεται, ή εκεί που είναι με ένα τσιγάρο στο στόμα, καθισμένος σε μια πολυθρόνα και ακούει ότι εντολές του δίνουν. Η σκηνοθεσία του Lang, διαφέρει από τα αστυνομικά νουάρ του, κατά πολύ.

CLOAK & DAGGER FILM POSTER 5CLOAK & DAGGER FILM POSTER 11

Έχει πολύ ενδιαφέρον, να δείτε πως παντρεύει την κατασκοπία, τον φόβο του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου και τα συναισθήματα των πρωταγωνιστών του, φθάνοντας σχεδόν στα όρια μιας αισθηματικής ταινίας! Μεγάλοι και πολυδιάστατοι άνθρωποι του σινεμά, εκείνοι. Ο ρυθμός, είναι ένα ακόμη δυνατό στοιχείο του φιλμ, που ανεβάζει κλιμακωτά την αγωνία, για την τελική έκβαση, όπως και 2-3 στοιχεία έκπληξης, που προστίθενται στο σενάριο, με πολύ ανατρεπτικές τάσεις. Οι φίλοι τόσο των ταινιών τους είδους, όσο και του σκηνοθέτη, ή του Cooper, θα; Την λατρέψετε! Αψεγάδιαστη! Το 1950, το ραδιόφωνο του NBC, έκανε και 26 αυτοτελή επεισόδια, που καθήλωσαν τους Αμερικανούς ακροατές. Γυρίστηκε ακόμη μια βερσιόν του φιλμ το 1984, αλλά υστερεί πολύ σε όλους τους τομείς και ειδικά στην ατμόσφαιρα, σε σχέση με αυτήν.

CLOAK & DAGGER FILM POSTER 2CLOAK & DAGGER FILM POSTER 10

Οι φωτογραφίες της ταινίας, είναι στο πιο κάτω slide show.

CLOAK & DAGGER FILM POSTER 9CLOAK & DAGGER FILM POSTER 6

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Ενώ μαίνεται ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος, η μυστική υπηρεσία OSS, στέλνει έναν άνθρωπο της, με σκοπό να προσεγγίσει και να πείσει, τον πυρηνικό επιστήμονα Άλβα Τζέσπερ, να βοηθήσει σε μια, πολύ δύσκολη και ριψοκίνδυνη αποστολή. Σκοπός του, να πετάξει στην Ελβετία και αν συναντήσει την συνάδελφο του Κάθριν Λόντορ. Από εκεί, θα αρχίσουν τα ακόμη πιο δύσκολα, αφού θα πρέπει να πάει στην Ιταλία, για το τελευταίο και πιο σημαντικό κλειδί της υπόθεσης. Τον καθηγητή Πόλντα, που κρατούν οι Γερμανοί…

Πηγή:Wordpress.com

Παρασκευή 7 Μαΐου 2021

 Εποχή της disco και των ντισκοτέκ. Πώς ένα τραγούδι κατάφερε ότι δεν κατάφεραν πότε οι τουριστικοί πράκτορες και ο ΕΟΤ της εποχής εκείνης καθιστώντας τη Σύρο ένα μέρος όπου όλοι έρχονταν να δουν το υπέροχο τοπίο του εξώφυλλου του πιο διασκεδαστικού αλλά και μυστηριώδους ντίσκο τραγουδιού της δεκαετείς του '70.

Πρόκειται για μια ιστορία ενός τραγουδιού που στην εποχή του υπήρξε τεράστια επιτυχία αλλά το σπουδαιότερο έκανε τη Σύρο διάσημη σε όλο τον πλανήτη και αυτό για δύο λόγους. Ο ένας λόγω του εξωφύλλου του και ο άλλος γιατί η μουσική του για πρώτη φορά συνδύασε δυο διαφορετικά είδη μουσικής ταμπού για την εποχή τους: Τη ντίσκο και την μπουζουκλερί.

Ως κατακλείδι αυτών των υπέροχων μουσικών αναμνήσεων που θα διαβάσετε σας έχω μια έκπληξη. Μια αναφορά στην περιβόητη ντισκοτέκ Αφροδίτη που υπήρξε ο ναός των Συριανών ντισκοτέκ και τρόπος ζωής εκείνα τα χρόνια στην Σύρο..Ήταν λοιπόν τέλη των 70's... και στην μουσική σκάει ένα τραγούδι. DISCO BOUZOUKI!!

Και τι τραγούδι!!! Πρώτη φορά οι Έλληνες άκουγαν το αγαπημένο τους μπουζούκι με disco ρυθμούς και για πρώτη φορά μπορούσαν να χορέψουν κάτι "μπουζουκόβιο" και να μην είναι ζεϊμπέκικο, χασάπικο ή κάτι παραδοσιακό. Αλλά ντίσκο, την μουσική που εκείνη την εποχή μεσουρανούσε σε όλο τον πλανήτη.

Το τραγούδι γίνεται αμέσως τεράστια επιτυχία όχι μόνο στην Ελλάδα άλλα σε ολόκληρο τον κόσμο. Από άκρη σε άκρη, σε ντισκοτέκ, σε πάρτι, σε κάθε χαρά και γέλιο άνθρωποι σε όλο τον πλανήτη το χορεύουν τρελά εκτελώντας αυτοσχέδιες Ελληνικές χορευτικές φιγούρες συνδυάζοντας διάφορα  χορευτικά σύγχρονων και παραδοσιακών στυλ. Όσοι έζησαν σε νησιά στα τέλη του ’70 και στις αρχές του ’80 θα θυμούνται τον χαμό όποτε ακούγονταν οι πρώτες νότες του τραγουδιού σε κάποια ντισκοτέκ ή σε κάποιο πάρτι. 

Μόλις ξεκινούσαν οι πρώτες νότες από τα «ντεκ» του Dj έβλεπες να πετάγονται όρθιοι ξένοι και Έλληνες και να τρέχουν στην πίστα αρχίζοντας ένα τρελό χορευτικό γαϊτανάκι πιασμένοι χέρι – χέρι και τραγουδώντας δυνατά τους ελάχιστους στίχους του τραγουδιού.

“Play bouzouki… play bouzouki gia mena”

Και εδώ υπάρχει ένα στιχουργικό κόλπο. Την ίδια περίοδο μεσουρανεί ένα άλλο τεράστιο disco τραγούδι και επιτυχία. Πρόκειται για το περιβόητο Fly, Robin, Fly του Γερμανικού disco γυναίκειου συγκροτήματος Silver Convention

Το τραγούδι αυτό έχει ένα χαρακτηριστικό που ως εκείνη την εποχή δεν είχε κανένα άλλο τραγούδι. Οι στίχοι του περιορίζονται σε οκτώ μόνο λέξεις «Fly, robin fly...  Up, up to the sky» και την μουσική που είναι υπέροχη φυσικά.

Το ίδιο ακριβώς «κόλπο» χρησιμοποιούν και οι συνθέτες και παραγωγοί του DISCO BOUZOUKI.

Οι λέξεις είναι ακόμα λιγότερες από αυτές του «Fly, Robin, Fly». Είναι μόλις πέντε:  “Play bouzouki… play bouzouki gia mena” και όλα τα υπόλοιπα στηρίζονται στην μελωδία και τον ανεβαστικό ρυθμό του τραγουδιού

Δεν έφταναν μόνο αυτά όμως. Η Σύρος είχε ένα τεραστίων διαστάσεων όφελος από αυτό το τραγούδι και διεθνή επιτυχία. Και αυτό ήταν από το εξώφυλλο του άλμπουμ και του single που συνόδευε το τραγούδι. Ήταν ένα αναπάντεχο και πολύτιμο ΔΩΡΟ για το νησί μας. Το εξώφυλλο.

Το εξώφυλλο λοιπόν είναι μια σύνθεση που αποτελείται από μια υπέροχη φωτογραφία που απεικόνιζε τη Σύρο δείχνοντας τους δυο λόφους ως background. Δυο σκιές (σε άλλη version) μια σκιά μιας καλλίγραμμης γυμνής κοπέλας σε πρώτο φόντο ομόρφαινε ακόμα πιο πολύ την γενικότερη εικόνα.

Από την πρώτη ημέρα της κυκλοφορίας του τραγουδιού άρχισε ένα τρελό ψάξιμο από όσους είδαν το εξώφυλλο να μάθουν που βρίσκεται αυτό το μοναδικό τοπίο.

Έμαθαν, όχι εύκολα. Ότι το μέρος αυτό είναι η Ερμούπολη στο νησί της Σύρου. Η πρωτεύουσα των Κυκλάδων και μάλιστα δίπλα στην Μύκονο που εκείνη την εποχή είχε αρχίσει να διαφαίνεται η μεγαλειώδη τουριστική της άνθιση. Τα πλοία γραμμής από Πειραιά ξεκινούσαν γεμάτα με εκατοντάδες τουρίστες κάθε δρομολόγιο με προορισμό τα νησιά.


Ναι αλλά …

Έμαθαν πως το πρώτο λιμάνι που πιάνει το βαπόρι πηγαίνοντας στην Μύκονο είναι το λιμάνι της Ερμούπολης στην Σύρο. Δηλαδή αυτό ακριβώς που δείχνει το εξώφυλλο της τεράστιας ντίσκο επιτυχίας που ακουγόταν σε όλο τον πλανήτη.

Και Ωωω! του θαύματος!! Οι τουρίστες που είχαν προορισμό την Μύκονο, την Πάρο, την Νάξο, την Ίο και τη Σαντορίνη βάση του προγράμματος των πλοίων της ακτοπλοΐας άρχισαν να βγαίνουν στην Ερμούπολη για να δουν και να απολαύσουν αυτό το φανταστικό μέρος που βλέπουν στο εξώφυλλο του Disco Bouzouki.

Και ξαφνικά η Σύρος αρχίζει να γεμίζει από τουρίστες που παίρνουν φωτογραφίες και στήνονται με φόντο το ίδιο ακριβώς αυτό σημείο που φαίνεται και στο εξώφυλλο.

Θυμάμαι ακόμα αγαπητοί αναγνώστες ότι όταν το πλοίο της γραμμής (που όπως σας γράφω έπιανε πρώτα τη Σύρο) έμπαινε μέσα στο λιμάνι της Ερμούπολης  και οι τουρίστες διαπίστωναν (ή ήξεραν από πριν ... ) ότι η εικόνα αυτή είναι η εικόνα του εξωφύλλου του γνωστού τραγουδιού άρχιζαν να βγάζουν φωτογραφίες. Πολλοί έβγαιναν στη Σύρο. Άλλοι (αυτοί που δεν έβγαιναν) φωτογράφιζαν την εικόνα από το πλοίο. Ήταν χαρακτηριστική η εικόνα των πλοίων που μόλις έμπαιναν στο λιμάνι έβλεπες από κάθε σημείο του πλοίου να αστράφτουν εκατοντάδες flash από τις φωτογραφικές μηχανές τους. Ήταν τόσα πολλά τα flash που έμοιαζαν με μικρά πυροτεχνήματα. Θα την θυμούνται αυτήν την εικόνα οι παλαιότεροι.


Και το βράδυ να μαζεύονται όλοι στις καλοκαιρινές ντισκοτέκ και να αγωνιούν πότε θα βάλει ο DJ τo Disco Bouzouki για να επιδοθούν στο τρελό γαϊτανάκι τους.

Είναι η εποχή που μεσουρανούν οι ντισκοτέκ στην Σύρο.

Η Disco Γιάννα και η Αφροδίτη στο Γαλησσά. Στο Κίνι η Sail In  αλλά και στην Ερμούπολη η Χαραυγή και στην Βάρη η Caravel.



 

Οι έξυπνοι παραγωγοί όμως έχουν σκεφτεί και κάτι ακόμα για να κάνουν το τραγούδι τους ακόμα πιο γνωστό.

Ένα μυστήριο όμως συνοδεύει το τραγούδι. Ποιοι είναι οι συνθέτες. Ποιοι το τραγουδούν. Άλλοι έλεγαν ποιοι τόλμησαν να ιεροσυλήσουν πάνω στο ιερό ελληνικό μπουζούκι. Μην ξεχνάτε πως εκείνη την εποχή δεν υπήρχε ούτε ίντερνετ, ούτε εφημερίδες και περιοδικά εξειδικευμένα και γρήγορα στις πληροφορίες σχετικά με την μουσική. Αν ήθελε κάποιος να κρύψει κάτι το έκρυβε εύκολα... Και σαν να μην έφτανε αυτό κυκλοφορεί και το δισκάκι κάποια στιγμή, αφού παίχτηκε "στα ράδια", και το δισκάκι επίσης με τη Σύρο εξώφυλλο και τις δύο πανέμορφες κοπέλες "υπό σκιάν" με την φωτογραφία κόντρα στον Ήλιο ώστε να μην μπορεί κάνεις να καταλάβει ποιες είναι. Να χορεύουν με "αδαμιαία περιβολή" ... δηλαδή θεόγυμνες όπως τις γέννησε η μανούλα τους. Άλλο απίστευτο για την εποχή εκείνη. Όχι ότι ήταν τίποτα σπουδαίο να βλέπεις γυμνές κοπέλες - μια βόλτα στην Αγία Πακού στο Γαλησσλα σου έδινε ότι ήθελες από τέτοιες εικόνες, αλλά το να βγαίνει σε δίσκο διεθνούς κυκλοφορίας και με τη Σύρο για φόντο εεεε! Ήταν κάτι το πολύ σπουδαίο.

Άσε που οι φήμες πήγαιναν και ερχόταν ότι αυτές οι δύο κοπέλες ήταν κάποιες γνωστές Συριανές κουκλάρες της εποχής εκείνης. 

Δεν μάθαμε πότε τελικά την λεπτομέρεια αυτή είτε γιατί κανείς δεν τόλμησε να ρωτήσει -ερώτηση πολύ δύσκολη για τα ταμπού της εποχής- είτε γιατί το να αφήνεις ένα μύθο να πλανάται είναι καλύτερα από το να τον απομυθοποιήσεις.

Τι κρυβόταν πίσω από αυτό το τραγούδι. Ποιος το τραγουδούσε και ποιος το είχε συνθέσει. Μάθαμε πολλά χρονιά μετά και μόνο όσοι ήταν πολύ μέσα στα πράγματα (όπως εγώ σαν ραδιοφωνικός παραγωγός και συνεργαζόμενος με ραδιόφωνα διεθνούς εμβέλειας)  και είχαν "μέσα" να μπουν στα άδυτα των μυστικών των δικογραφιών εταιριών.

Ως δημιουργοί του DISCO BOUZOUKI φέρονταν κάποιοι κύριοι Jean Kluger και Daniel Vangarde, υπεύθυνοι δύο project. Το ένα ήταν το Great Disco Bouzouki Band και το άλλο υπό τον τίτλο «Yamasuki». Δεν ήταν καν Έλληνες... ΣΕΡΒΟΙ ηταν...


Daniel Vangarde

Οι άνθρωποι λοιπόν αυτοί το 1977 είχαν ηχογραφήσει το περίφημο «Disco bouzouki», κάτω από το όνομα Disco Bouzouki Band («Play bouzouki yia mena…» και τα λοιπά) σπάζοντας τα ταμεία και τα μυαλά μας εκείνη την εποχή στα (καλοκαιρινά) νησιά μας, αλλά και σε ολόκληρο τον κόσμο.

Για να μπερδευτούν ακόμα πιο πολύ τα πράγματα κυκλοφορούν οι ίδιοι - σε συνεργασία με τις παμπόνηρες και κραταιές εκείνη την εποχή πανίσχυρες δισκογραφικές εταιρίες που εκείνη την εποχή έλυναν και έδεναν - μερικές ακόμα διαφορετικές versions Artin με όνομα Giorgio. Για να δείχνει πιο Ελληνικό το project μην μάθουν ότι είναι Σέρβοι και χαλάσει η σούπα.. Αυτά τα ωραιααααα!!


Play Bouzouki... Play Bouzouki gia mena...

Το συγκρότημα The Great Disco Bouzouki Band με την επιτυχία DISCO BOUZOUKI στο τσεπάκι προχωρεί και σε μερικές ακόμα συνθέσεις βασισμένες στην ντίσκο μουσική, το μπουζούκι και την ανερχομένη τότε Ελληνική νοοτροπία και τρόπο ζωής γεμάτη ήλιο, παραλίες διασκέδαση και Ouzo & Retsina

Φυσικά δεν θα μπορούσαν να μείνουν εκτός θεματολογίας οι πανέμορφες Ελληνίδες μας της εποχής. Άλλο ένα τραγούδι των που αυτήν την φορά υμνεί τα κορίτσια μας Ελληνίδες.

Τι ακολούθησε μετά

Για την ιστορία θα πρέπει να γνωρίζετε ότι μετά την τεράστια επιτυχία που είχε το DISCO BOUZOUKI, παρουσιάστηκαν και άλλες μπάντες παίζοντας ένα παρόμοιο, το ίδιο ευχάριστο στυλ μουσικής συνδυασμένης με disco μουσική και μπουζούκι.

Μια από αυτές τις μπάντες ήταν οι FORMINX που κυκλοφορήσαν το έξοχο Play The Bouzouki το 1979

 

Η μουσική μας βόλτα όμως δεν τελειώνει εδώ.


Πηγή:Syrostoday.gr

 Το 2022 έφυγε .Χρυσή  κινηματογραφική χρονιά δεν θα τη λέγαμε αλλά κάποια διαμαντάκια υπήρξαν. Ας τα δούμε αναλυτικά:  1) BLACK PHONE:  Μετ...