
Τρίτη 30 Ιουνίου 2020
Η Τηλεοραση την Δεκαετία του 1980
Λωξάντρα (1980)

Ορκιστείτε παρακαλώ (1982)

Το μινόρε της αυγής (1983)

Η εξαφάνιση του Τζων Αυλακιώτη (1985)

Ο Ανδροκλής και τα Λιοντάρια του (1985)

Φρουτοπία (1985)

Μαντάμ Σουσού (1986)

Το κάμπινγκ (1989)

Οι Τρεις Χάριτες (1989)

Το Ραδιοφωνικό Τοπίο την Δεκαετία του 1980
Η συναρπαστική ιστορία της Ελεύθερης Ραδιοφωνίας των ’80ς στην Ελλάδα
Δεκαετία 1980
1981 19/10/81: «Το Ράδιο του Δρόμου» βγαίνει στον αέρα ανήμερα στις εκλογές. Μεταδίδει συζητήσεις με άτομα της Άκρας Αριστεράς, βγαίνει στο δρόμο και μιλά με τους νικητές που πανηγυρίζουν. Μια ώρα κάθε Κυριακή, σαν τη θεία λειτουργία, μεταδίδει τις ηχογραφημένες εκπομπές του από εναλλασσόμενα σημεία, με έναν πομπό 40 Watt και με τους τσιλιαδόρους πάντα σε ετοιμότητα. Ο Γιάννης Χρυσοβέργης και ο Γιώργος Τσιάνης είναι η ψυχή του σταθμού. Τους ενισχύουν η Μαρία Πρεσβέλου, η Μαργαρίτα Τζανουδάκη και οι τεχνικοί Νάσος Κοσμάς και Γιάννης Χρυσόγελος.
20/05/81: Ο «Τυφλοπόντικας των fm» αφήνει τα υπόγεια και διασχίζει τους αιθέρες. Εκπομπές λόγου με σάτιρα. Πολιτικο-κοινωνικά σχόλια, ειδήσεις από της Ελλάδα και το εξωτερικό. Δραματοποιημένες λογοτεχνικές εκπομπές, μουσική της ανεξάρτητης Rock σκηνής, της λατινικής μουσικής αλλά και ρεμπέτικα και λαϊκά είναι τα μουσικά είδη που ακούν οι ακροατές του «Τυφλοπόντικα των FM».
1982 15/01/82: «Το Ράδιο του Δρόμου» επισκέπτεται ο Ντάνος Κρυστάλλης (πράκτωρ της ΚΥΠ που παρίστανε τον αριστεριστή) δηλώνει fan και τους υπόσχεται τεχνική βοήθεια.
Την Κυριακή στην τακτική εκπομπή τους δύο περιπολικά τους κάνουν μπλόκο. Οι τσιλιαδόροι τους μυρίζονται έγκαιρα και φυγαδεύουν τον πομπό. Οι τεχνικές βελτιώσεις δεν θα γίνουν, το «Ράδιο του Δρόμου» δεν θα ξαναβγεί στον αέρα. Ο Κρυστάλλης ήξερε καλά τη δουλειά του…
01/04/82: Αντι-φεστιβάλ (του περιοδικού Αντί) και ένας ραδιοσταθμός γεννήθηκε με συγκεκριμένη διάρκεια ζωής. Την ευθύνη του σταθμού αναλαμβάνουν οι συντελεστές του «Ράδιο του Δρόμου».
1983 15/12/83: «Ράδιο-Αντίλαλος» στους 108,8 του περιοδικού Αντί. Ο σταθμός που δεν έχει σκοπό να αναμεταδίδει διαφημιστικά μηνύματα. Στον αέρα συνέχεια οι απόψεις του Μανώλη Αναγνωστάκη, της Δήμητρας Γαλάνη, του Ηλία Ηλιού, του Π. Κανελλόπουλου, του Λ. Κηλαηδόνη, του Δημήτρη Τσάτσου, του Διονύση Σαββόπουλου.
16/12/83: «Ράδιο-Αντίλαλος» δεύτερη μέρα στον αέρα. Ο Μπόστ γράφει και διαβάζει χιουμοριστικές ειδήσεις και ο Διονύσης παίζει ζωντανά στο πιάνο. Απ’ έξω δύο ραδιογωνιόμετρα για να εντοπίσουν το σταθμό – λες και δεν ήξεραν που ήταν – και πολύ «ασφάλεια». Απειλούν πως θα σπάσουν την πόρτα. Στο άνοιγμά της βρίσκουν τον Κώστα Ζουράρι στο πιάνο και το Διονύση Σαββόπουλο να τραγουδά. Μαζί τους ο Χρήστος Παπουτσάκης (διευθυντής του περιοδικού), οι συνεργάτες του περιοδικού και μερικοί φίλοι που συμμετέχουν στο «πάρτι» .
Ο πομπός έχει ήδη κάνει φτερά. Από τα «εγκληματικά» όργανα εκπομπής υπάρχουν κάποιες κασέτες, κάποια σκόρπια κείμενα και κανα-δυο μικρόφωνα. Υπό τη συνοδεία του πιάνου συνεχίζουν το ψάξιμο τα όργανα της τάξης. Οι καλεσμένοι του Χρήστου Παπουτσάκη δεν αποφασίζουν να διαλύσουν το πάρτι κι όταν τους το επιβάλουν ο Διονύσης ρωτά: «θα πάμε με την κλούβα ή με τα πόδια στο τμήμα;». «Με την κλούβα».
17/12/83: Ο Δημήτρης Μαρούδας (κυβερνητικός εκπρόσωπος, φωτο κάτω δεξιά) δηλώνει για το «Ράδιο-Αντίλαλος»: «Απέναντι στο νόμο δεν υπάρχουν δύο κατηγορίες πολιτών» .
19/12/83: Το Κ.Κ.Ε και το ΚΟΔΗΣΟ καταγγέλλουν με ανακοινώσεις τους το κλείσιμο του «Αντίλαλου».
20/12/83: «Οι παράνομοι ραδιοσταθμοί θέτουν σε κίνδυνο την ασφάλεια των πτήσεων», δηλώνει ο υφυπουργός συγκοινωνιών Σήφης Βαλυράκης.
28/12/83: Στην ΑΣΟΕΕ (Οικονομικό Πανεπιστήμιο) οργανώνεται «εναλλακτικό επταήμερο». Ανάμεσα στις εναλλακτικές προτάσεις και μια πρόταση για εναλλακτικό ραδιόφωνο. Στις εκδηλώσεις προσφέρονται φρούτα υπό το φως των κεριών και για 20 λεπτά όλη αυτή η ατμόσφαιρα αναπαράγεται στον αέρα μέσω ενός πομπού.
1984 14/02/84: Επωφελούμενο από το πανεπιστημιακό άσυλο, το «Ράδιο Πείραμα» βγαίνει στον αέρα από το Πάντειο με ευθύνη της φοιτητικής παράταξης «Δημοκρατικός Αγώνας»του Κ.Κ.Ε (Εσωτερικού).
Ακούγονται συνεντεύξεις φοιτητών, αναφορές στο ιστορικό των ραδιοερασιτεχνών στη Γαλλία, διαβάζονται απαγορευμένα κείμενα και παίζονται τραγούδια των Πουλικάκου, Γλέζου, Κωχ, Σαββόπυλου, Πελόμα Μποκιού, απαγορευμένα από τη λογοκρισία. Την ίδια μέρα ραδιοπειρατής καταδικάζεται σε 20 μέρες φυλάκιση. Έκανε εκπομπή για τα όμορφα μάτια μιας κοπέλας. Στην απολογία του θα πει: «Ερωτεύθηκα μια 17χρονη η οποία με εγκατέλειψε για χάρη ενός άλλου που είχε «παράνομο» ραδιοσταθμό. Προμηθεύτηκα κι εγώ ένα σταθμό για να της αφιερώνω τραγούδια».
16/02/84: Τυφλός ραδιοπειρατής καταδικάζεται σε 25 μέρες φυλάκιση από το Β’ Τριμελές Εφετείο. Ο Γιάννης Οικονομίδης είπε στο δικαστήριο: «Δεν έκανα διαφημίσεις και δεν εμπόδιζα τις επικοινωνίες, έδινα διέξοδο στην επιθυμία μου να γνωρίζω πολλούς φίλους. Παρέες δεν έχω, δεν βλέπω και δεν απολαμβάνω τίποτα. Με το σταθμό έβλεπα τον κόσμο».
17/02/84: Τρίτη μέρα για το «Ράδιο Πείραμα» του Δημοκρατικού Αγώνα που λειτουργεί στην Πάντειο και στον αέρα βγαίνει μια συζήτηση γύρω από την ελεύθερη ραδιοφωνία με τη συμμετοχή του καθηγητή Δημήτρη Τσάτσου, του συνθέτη Λουκιανού Κηλαηδόνη και εκπροσώπου του Αντί και της Αυγής.
Αργά το βράδυ υποχρεώθηκε σε σιγή μετά την παρέμβαση του Θεόδωρου Καραγιαννίδη, μέλους του Κ.Σ της ΕΦΕΕ και ηγετικό στέλεχος της ΚΝΕ., ο οποίος συνοδευόμενος από κάμποσους καμπόσους, κατάφερε να τον διαλύσει. Οι φοιτητές μαζί με τον Κηλαηδόνη τραγουδούν «είμαι ένας φτωχός και μόνος κάου-μπόι».
Κυριακή 28 Ιουνίου 2020
Τα καλύτερα cartoon intros των 80s-90s
Ατάκα: Heroes in a half shell, Turtle power!
Ελληνικό Όνομα Σειράς: Χελωνονιντζάκια
Ατάκα: I ain’t afraid of no ghost, Who ya gonna call?
Ελληνικό Όνομα Σειράς: Ghostbusters
Ατάκα: Let’s get dangerous – Ας γίνουμε επικύνδινοι
Ελληνικό Όνομα Σειράς: Darkwing Duck
Ατάκα: Brain, Brain, Brain, Brain, Brain, Brain, Brain, Brain, Brain
Ελληνικό Όνομα Σειράς: Pinky and the Brain
Ατάκα: He’ll fight for freedom where ever there’s trouble.
Ελληνικό Όνομα Σειράς: Τζιατζο
Η playlist με τις μεγαλυτερες Italo Disco επιτυχιες των 80s & 90s!

Αφιερωμα στο 90’s metal


Μόλις 2 χρόνια μετά το “Blow up your video” και στον κόσμο των AC/DC λες και είχαν έρθει τα πάνω, κάτω. Μέσα σε ένα σχετικά μικρό χρονικό διάστημα, η μπάντα είχε ανακτήσει το εμπορικό της εκτόπισμα, με ένα επιτυχημένο άλμπουμ, μια μεγάλη περιοδεία, αλλά παράλληλα αντιμετώπιζε διάφορες δυσκολίες εντός. Από την μια ο Malcolm ήταν αντιμέτωπος με τον αλκοολισμό, ο Simon Wright θα μεταπηδούσε στους DIO, ενώ ο Brian Johnson θα είχε περιπέτειες με τον γάμο του, που τον οδήγησαν σε διαζύγιο. Πώς μετά από τόσες δυσκολίες, να είσαι συγκεντρωμένος; Εκεί έρχεται η ιδιοφυία των αδερφών Young, αλλά και η καθοδήγηση των Mike Fraser και Bruce Fairbairn. Μια συνταγή συνεργασίας που έμελλε να συνεχιστεί, ιδιαίτερα με τον πρώτο, αφού εξακολουθεί να μιξάρει τα άλμπουμ τους μέχρι και σήμερα! Το “The razors edge” είχε ήχο που έκοβε σαν ξυράφι, γυαλισμένος, πριμάτος και άκρως εμπορικός. Ως άλμπουμ έφτασε πολύ ψηλά, αγγίζοντας την κορυφή σε ΗΠΑ και Βρετανία, ενώ απέδειξε ότι οι AC/DC είναι διατεθειμένοι να μας παιδεύουν και στην επερχόμενη δεκαετία.. Μετά από πολλά χρόνια επανήλθαν απανωτές τραγουδάρες μέσα στον ίδιο δίσκο, αφού μετά το “Back in black” μόνο 1 ή 2 συνθέσεις ξεχώριζαν στο κάθε άλμπουμ. Μια γκάμα από ύμνους όπως το αξεπέραστο “Thunderstruck”, το επιθετικό “Fire your guns”, το “Moneytalks” που έγινε το πρώτο τοπ-30 χιτάκι τους, το ομώνυμο “The razors edge” που σου κολλάει, αλλά και το “Mistress for Christmas” που θυμίζει τους πονηρούς στίχους του παρελθόντος και που σε έκανε να χαμηλώνεις την ένταση, για να μην ακούσουν οι γύρω σου. Η καλύτερή τους δουλειά από το 1981, κάτι που για πολλά χρόνια θα αναπολούσαμε.

Στην αυγή της δεκαετίας, μια από τις μπάντες που άλλαξε καθοριστικά τον ήχο της rock μουσικής, οι ALICE IN CHAINS κυκλοφορούν το πρώτο τους album, με τίτλο “Facelift”. Αν και πλέον η ιστορία έχει αποτιμήσει ως μνημεία όλους τους δίσκους που τραγούδησε ο Layne Staley, έχει ιδιαίτερο νόημα να αντιληφθούμε ότι το ντεμπούτο του σχήματος είναι μια περίπτωση που σπανίζει. Με ολότελα δικό τους ήχο και προσωπικό στυλ στο “Facelift”, οι AIC επαναπροσδιορίζουν τον τρόπο που μπορεί να ροκάρει μια γενιά που παρτάρει για δύο δεκαετίες τώρα. Ο πόνος και η αυτοκαταστροφή αγκαζάρουν τις blues επιρροές του Jerry Cantrell στα “Sea of Sorrow”, “It Ain’t Like That”, ενώ ο Staley καταθέτει την ίδια του την ζωή σε κομμάτια όπως “Bleed The Freak”, “Love, Hate, Love” , “Man in the Box”. Καμία μέτρια στιγμή, δίσκος-όλεθρος για το metal (είπαν κάποιοι που ζουν στα χαρακώματα των ειδών), κάπου εδώ καλωσορίσαμε το grunge στην ζωή μας.

Ήταν ηλίου φαεινότερο πως η είσοδος των 90’s θα προσέδιδε έναν αέρα ανανέωσης στο “κουρασμένο” heavy metal. Η δυναμική του thrash είχε αρχίσει να υποχωρεί, το death metal άνοιγε τα φτερά του, οι νέες προσμίξεις με αταίριαστα και εχθρικά για πολλούς με τη νοοτροπία του heavy metal είδη, δεν θα αργήσουν να κάνουν την εμφάνιση τους… Οι ANACRUSIS είχαν φροντίσει από τα mid 80’s να δημιουργήσουν ένα σχετικό impact στους κύκλους του Αμερικανικού underground, αρχικά με demos κι εν συνεχεία μα το πρώτο ολοκληρωμένο τους άλμπουμ “Suffering hour”. Οι επιταγές της εποχής ήθελαν το thrash να κερδίζει την μερίδα του λέοντος στη νεαρότερη μερίδα των μουσικών και κάπως έτσι το δισκογραφικό ταξίδι του mainman κιθαρίστα/τραγουδιστή Kenn Nardi ξεκινά με μπόλικα κλισέ, τραχύ ήχο αλλά και ένα τσουβάλι φιλοδοξίες και όνειρα.
Με το “Reason” άρχιζαν να τους μπαίνουν “δαιμόνια”… Ηχητικής φύσεως, βεβαίως βεβαίως. Θα μπορούσαν να οδεύσουν προς το death metal, ικανοποιώντας το πιο die hard ακροατήριο τους, εκείνοι όμως επέλεξαν να εμπλουτίσουν τον μουσικό τους καμβά με απότομα/απρόβλεπτα κοψίματα, αντισυμβατικούς ρυθμούς και τεχνικής φύσεως αλλαγές που ο μέσος μεταλλάς δυσκολεύονταν αισθητά να τα κάνει κτήμα του. Το παρατηρούσες από το εξώφυλλο, μπορούσες να το διαπιστώσεις διαβάζοντας ορισμένους τίτλους κομματιών όπως “Misshapen intent ”, “Child inside”, “Quick to doubt”, ή ακόμα ακόμα εμβαθύνοντας στο στιχουργικό τους υπόβαθρο. Η όλη ατμόσφαιρα “μύριζε” obscurίλα… Μπάσο με ενεργητικότατη συμμετοχή, ερεβώδη/βιτριολικά φωνητικά και κιθαριστικά εμβαπτισμένα στην κολυμπήθρα του απρόβλεπτου, του μη αναμενόμενου. Εκτός κουτιού εν ολίγοις από έναν Nardi που διέθετε πυγμή και όραμα, προκειμένου να οδηγήσει τους ANACRUSIS στην ποθούμενη γη της επαγγελίας.
Προοδευτικό metal με thrash αποκλίσεις, στριφνό, πολύπλοκο ως σύλληψη αλλά εμπνευσμένο και καλοεκτελεσμένο, με την ανάλογη μουντή παραγωγή και τουλάχιστον πέντε συνθέσεις (“Stop me”, “Not forgotten”, “Silent crime”, “Afraid to feel”, “Quick to doubt”) να κερδίζουν στο νήμα τις υπόλοιπες. Η νέα εποχή των Αμερικανών εγκαινιάστηκε με το “Reason” και θα εξελιχθεί/κορυφωθεί στα επόμενα “Manic impressions” και “Screams and whispers”. Όσοι βλέπετε μαζεμένα τους κάτωθι “σεσημασμένους” ψυχάκηδες (VOIVOD, MEKONG DELTA, DEPRESSIVE AGE, CORONER, πρώιμοι SIEGES EVEN, CONFESSOR) καλώς ορίσατε στον μαγικό κόσμο των ANACRUSIS…

Το “Alice in hell” ήταν μία τεράστια επιτυχία για τους Annihilator και όταν ένα συγκρότημα γίνεται γνωστό με την πρώτη του δισκογραφική δουλειά, οι απαιτήσεις για την επόμενη είναι τεράστιες. O Jeff Waters έπρεπε πρώτα όμως να λύσει ένα πρόβλημα πριν ξεκινήσει τις διαδικασίες του διάδοχου άλμπουμ του “Alice in hell”. Η αποχώρηση του Randy Rampage, ο οποίος έφυγε για να επιστρέψει στην παλιά του εργασία στο λιμάνι του Vancouver, άφησε κενή την θέση του τραγουδιστή. Ο Waters βρήκε τον αντικαταστάτη του Rampage στο πρόσωπο του Coburn Pharr, γνωστό για το πέρασμα του από τους OMEN. Με μία φρέσκια φωνή στο οπλοστάσιό του, o Waters επιστράτευσε το βαρύ οπλοστάσιο του από riffs, ανελέητα solos, μεγάλα refrain, ανεξάντλητο και άγριο shredding και την ιδέα ενός prequel για την αληθινή ιστορία της μικρής Alice. Το αποτέλεσμα ήταν στην αρχή της τότε νέας δεκαετίας να βγει το διαμάντι του speed thrash, “Never, neverland”. Από που να το πιάσουμε και που να το αφήσουμε! Να μιλήσουμε για ένα από τα πιο χαρακτηριστικά riff όλων των εποχών που ακούμε στο τραγούδι “Fun palace” ή για την αλκοολική ταχύτητα που είναι εμποτισμένη στο “Road to ruin”; Θέλετε μήπως να αναφερθούμε στο solo του “Stone wall”, στην τρέλα του “Phantasmagoria” ή στον συναισθηματισμό του “Never, neverland”; Το “Never, neverland” είναι απλά ένα αριστούργημα. Και για να καταλάβουμε ποια είναι η διαφορά του με το επίσης εξαιρετικό “Alice in hell”, αρκεί να το δούμε με την εξής οπτική γωνία.. To “Alice in hell” έκανε τους ANNIHILATOR γνωστούς σε όλο τον κόσμο. To “Never, neverland” τους έκανε τεράστιους.

Όταν κυκλοφόρησε αυτό το άλμπουμ, νούμερο 1 στις ΗΠΑ ήταν ο M.C. HAMMER, που άντεξε για 10 εβδομάδες εκεί, μην επιτρέποντας στους POISON να τον εκθρονίσουν. Η τάση της ροκ μουσικής άλλαζε και το ίδιο ίσχυε για το thrash. Οι ANTHRAX και ο ιθύνων νους, Scott Ian, ανέκαθεν αφουγκραζόταν και αφομοίωναν στην μουσική τους, τις μόδες οπότε δεν ήταν έκπληξη η πιο σκληρή προσέγγιση που έδειξαν στο “Persistence of time”. Αυτό που εξέπληξε εν έτη 1990, ήταν η αποβολή του χιουμοριστικού ύφους που είχαν ενστερνιστεί παλαιότερα και οι πιο βαθυστόχαστοι, πολιτικοκοινωνικοί στίχοι τους. Με την εμπορική επιτυχία που είχαν γνωρίσει, ήρθαν και διάφορες απογοητεύσεις, που άλλαξαν και την διάθεσή τους. Ακόμα χειρότερα έκανε τα πράγματα, η καταστροφή της φωτιάς που ξέσπασε στο στούντιο που ηχογραφούσαν, με αποτέλεσμα να χάσουν τον εξοπλισμό τους. Το άλμπουμ, μουσικά και στιχουργικά ήταν πολύ πιο σκοτεινό και τραχύ, κάτι που δεν συμβάδιζε με τα φωνητικά του Belladona. Αυτό είχε επιφέρει τρομερές εντάσεις στο εσωτερικό των ANTHRAX, οπότε η αντικατάσταση του τραγουδιστή τους, ήταν θέμα χρόνου. Ευτυχώς όμως, το “Persistence…” εξακολουθεί να είναι μια ακόμα μουσική επιβεβαίωση της ποιότητας των Αμερικάνων thrashers, όπως και καθένα από τα προηγούμενα 4 άλμπουμ τους. Η μπάντα εκσυγχρονίστηκε στυλιστικά, στιχουργικά και μουσικά, με επαγγελματικές, συνειδητές κινήσεις και κατάφεραν όχι μόνο να επιβιώσουν, αλλά και να μεγαλώσουν στην αρχή της νέας δεκαετίας. Με το ένα πόδι στις ταχύτητες του παρελθόντος (“Time”, “Gridlock”) αλλά και στις πιο πρόσφατες κυκλοφορίες τους (“In my world”) οι ANTHRAX διαφοροποιούνται περισσότερο στο κιθαριστικό μέρος, με χαμηλά κουρδίσματα και πιο γεμάτο ήχο και παρουσιάζουν τα πρώτα ψήγματα αυτού που θα ακολουθήσει μελλοντικά (“H8 red”). Δεν νομίζω να μην βρίσκεται στην δισκοθήκη οποιουδήποτε αγαπά το συγκρότημα, αφού είναι δισκάρα, αλλά και ιστορικά είναι το πρώτο τους βήμα στον ήχο που κουβαλάνε μέχρι σήμερα. Τραγούδια όπως η διασκευή του “Got the time”, το φοβερό “Keep it in the family” ανάγονται σε κλασικές τους στιγμές, ενώ το “Belly of the beast” είναι από τις καλύτερές τους συνθέσεις. Κλείνοντας να αναφέρουμε πως εδώ εμφανίζεται και ο Paul Crook, ως τεχνικός κιθάρας του Dan Spitz, που αργότερα αντικατέστησε τον τελευταίο.

Βρισκόμαστε στα τέλη της δεκαετίας του ‘80, μια καινούργια δεκαετία πρόκειται να ανατείλει και ο σκληρός ήχος πέρα ότι έχει αρχίσει να γίνεται πολύπλευρος -θυμίζω ότι η σκηνή του εναλλακτικού ήχου είναι προ των πυλών, βλέπουμε ότι τα ηνία πλέον τη metal μουσικής τα κρατά η Αμερική, ξεκάθαρα.
Η Βρετανία, μια χώρα που για δεκαετίες υπήρξε μια τεράστια κοιτίδα του metal, στα τέλη των 80’s δείχνει φτωχή όχι μόνο να ανταγωνισθεί την Αμερική και την πληθώρα των φρέσκων συγκροτημάτων της αλλά και να παρουσιάσει κάτι το πραγματικά ενδιαφέρον.
Οι ATOM SEED κυκλοφόρησαν το ντεμπούτο τους σε μια εποχή που η εμφάνιση των FAITH NO MORE είχε καταφέρει ήδη να προκαλέσει αίσθηση και το funk metal είχε ήδη αρχίσει να προβάλλεται από τον τύπο.
Ακούγοντας το “Get in line” μπορεί εύκολα κανείς να διακρίνει ότι η μεγάλη επιρροή της μπάντας δεν είναι άλλη από τους FNM (ήταν και στην ίδια δισκογραφική εταιρία μεταξύ άλλων) και οι εξαιρετικές κριτικές από τον Βρετανικό τύπο είχε να κάνει εν μέρει για την μουσική της μπάντας αλλά περισσότερο νομίζω για να μπορέσει να καθιερωθεί κάποιο σχήμα από το νησί.
Ακούγοντας τον δίσκο μετά από τόσα χρόνια είναι αλήθεια ότι εδώ έχουμε να κάνουμε με έναν πολύ καλό album του είδους που υπηρετούσαν και συνθέσεις σαν τα “Get in line”, “What you say”, “Shake that thing” και ”What?” έχουν την ικανότητα να ακούγονται και φρέσκες αλλά και συνάμα ενδιαφέρουσες.
Το “Get in line”ήταν εν τέλει ένας ενδιαφέρον δίσκος που αντιπροσωπεύει επάξια την εποχή του και το βραχύβιο funk metal κίνημα. Για την ιστορία οι ΑΤOM SEED εξαφανίσθηκαν τόσο γρήγορα όσο και εμφανίσθηκαν.
Παρασκευή 26 Ιουνίου 2020
Ένα μέρος της συναυλίας του Mike Oldfield στον Λυκαβηττό τον Ιούλιο του 1981 (audio)

0:00:08 Incantations Pt 3 & 4
0:11:05 Conflict
0:16:36 Ommadawn Pt 1
0:40:05 Tubular Bells Pt 1 (Cut)
Mike Oldfield - Electric Guitar, Bass guitar, Acoustic Guitar,
Maggie Reilly - Vocals Morris Pert - Drums, Percussion, Vibraphone, Glockenspiel
Mike Frye - Drums, Percussion, Vibraphone, Glockenspiel
Rick Fenn - Bass guitar, acoustic guitar, electric guitar
Tim Cross – Keyboards, Synthesizer



The Last Drive Files: H συναυλία των Last Drive με τον Peter Zaremba στο Ρόδον, 1 Απριλίου 1988 (audio)

0:00:00 Gone, Gone, Gone
0:02:52 I Love Cindy
0:05:32 Poison
0:08:21 The Shade of Fever
0:11:50 The Bad Roads
0:15:58 Baby, It's Real
0:18:39 Valley of Death
0:21:56 Blue City Shores
0:25:27 Joe Esposito's Gun
0:28:52 Heatwave
0:31:34 Pa pa ooh mau mau
0:33:05 Surfin' Bird
0:38:52 California Sun
0:40:53 Ain't That Lovin' You, Baby
0:42:48 Cara Lin
0:46:03 Have Love, Will Travel
0:49:13 Screaming Skull
0:52:43 Tobacco Road
0:56:30 Ring of Fire










Δευτέρα 22 Ιουνίου 2020
Λέει ο Terry Malloy(Marlon Brando) που καταθέτει εναντίον του συνδικάτου του στο “On The Waterfront”. Η ατάκα αυτή που λέει ο Brando είναι και το κεντρικό νόημα της ταινίας όπως και το κεντρικό νόημα της ιστορίας πίσω απ’ την ταινία. Την ταινία αυτή ο Kazan την σκηνοθέτησε το 1954 αφού είχε συμφωνήσει να καταθέσει στο House Un-American Activities Committee, έτσι έδωσε τα ονόματα πρώην συναδέλφων του μέλη του τότε κομμουνιστικού κόμματος και ο αριστερός κόσμος τον έβαλε στο μάτι. Το On the Waterfront , μεταξύ άλλων, ήταν για τον Kazan ένας τρόπος να δικαιολογήσει τον εαυτό του για την απόφαση του να καταθέσει. Σε κάποια στιγμή στην ταινία το αφεντικό του συνδικάτου Johnny Friendly ( Lee J. Cob ) φωνάζει στον Terry “You ratted on us Terry”. Σ’ αυτό το σημείο ο χαρακτήρας του Brando απαντά “I’m standing over here now. I was rattin’ on myself all these years. I didn’t’t even know it”. Εδώ αντανακλάται η πεποίθηση του Kazan ότι ο κομμουνισμός ήταν ένα κακό που έπρεπε να σταματήσει. Ειδικότερα άμα πάρει κανείς υπόψη την αυτοβιογραφία του Kazan όπου ανοίγεται σχετικά με το γεγονός ότι η ταινία κέρδισε 8 Όσκαρ. “I was tasting vegeance that night and enjoying it. On the Waterfront was my own story, every day I worked on that film, I was telling the world where I stood and my critics to go and **** themselves”.
Η ιδέα για την δημιουργία της ταινίας προέκυψε τον Απρίλιο του 1948, αφότου ο σεναριογράφος Μπαντ Σούλμπεργκ διάβασε μια σειρά άρθρων που είχαν δημοσιευτεί από την εφημερίδα The New York Sun και έριχναν φως στη διαφθορά και στα κρούσματα οργανωμένου εγκλήματος που μάστιζαν στο λιμάνι της Νέας Υόρκης. Ο συγγραφέας των εικοσιτεσσάρων αυτών άρθρων ήταν ο δημοσιογράφος Μάλκολμ Τζόνσον και η δημοσίευσή τους του εξασφάλισαν το Βραβείο Πούλιτζερ, εκείνη τη χρονιά. Ο Σούλμπεργκ σκέφτηκε ότι το θέμα, που πραγματεύονταν τα άρθρα, θα ήταν ιδανικό για να μεταφερθεί στη μεγάλη οθόνη. Ο Αντονι Ντι Βιντσέντζο, ο οποίος κατέδωσε στις αρχές τη σπείρα των κακοποιών του λιμανιού, ήταν το άτομο που ενέπνευσε τον Σούλμπεργκ να δημιουργήσει τον ρόλο του Τέρι Μαλόι, που αργότερα ερμηνεύτηκε από τον Μάρλον Μπράντο.
ο Μάρλον Μπράντο τιμήθηκε με το πρώτο του Όσκαρ πρω
ταγωνιστικού ρόλου. Πρέπει να ξεκινήσει κανείς εδώ από τον Μπράντο, για τον οποίο φυσικά και έχουν γραφτεί διθύραμβοι γενικά, και ειδικά για το φιλμ, και μπροστά στον οποίο κι εμείς θα υποκλιθούμε βαθιά, διόλου πρωτοτυπώντας. Ο Μπράντο σηκώνει κυριολεκτικά στην πλάτη του «Το Λιμάνι της Αγωνίας». Όχι μόνο οι ατάκες του είναι εμβληματικές, αλλά και η σωματικότητα, η ματιά, το περπάτημά του, είναι οι μάρτυρες μια ψυχοσύνθεσης απύθμενα εμπλεκόμενης σε ατέρμονα διλήμματα και βαθιά προσωπικά αδιέξοδα και πόνους. Η κλιμάκωση των συναισθημάτων του είναι μαθηματικά ακριβής, χωρίς υπόλοιπα και περισσεύματα. Συμπαρασύρει έτσι όλη την ιστορία και τεκμηριώνει τα γενόμενα. Ενώ η πρώτη επιλογή για τον ρόλο ήταν ο Φρανκ Σινάτρα, τελικά Τέρι Μαλόι έγινε ο Μπράντο, ο οποίος ήταν ήδη star, αλλά εδώ πλέον η φήμη του και ως ηθοποιού απογειώθηκε. Είναι καταπληκτικός. Πέρα από εκείνον, η ταινία τιμήθηκε με ακόμη επτά βραβεία Όσκαρ, ενώ είχε μάλλον περιορισμένο budget και τα γυρίσματα διήρκεσαν μόνο για 36 μέρες.
Με πρωτόγνωρο για την εποχή και τα δεδομένα του χολιγουντιανού σινεμά της εποχής ρεαλισμό, ο Καζάν μετέφερε στη μεγάλη οθόνη το μικρόκοσμο του λιμανιού του Χομπόκεν σκιαγραφώντας κάθε του λεπτομέρεια με μια σχεδόν ντοκιμαντερίστικη προσέγγιση, ενώ χρησιμοποίησε την υποκριτική Μέθοδο του Λι Στράσμπεργκ προκειμένου να αποσπάσει εξαιρετικές νατουραλιστικές ερμηνείες από σύσσωμο το καστ. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι τόσο η πρωτοεμφανιζόμενη Εβα Μαρί Σεντ, όσο και οι Ροντ Στάιγκερ, Τζέι Λι Κομπ και Ροντ Στάιγκερ ήταν υποψήφιοι για Οσκαρ στους δεύτερους ρόλους, αν και τελικά μόνο η πρώτη κατάφερε να κερδισει το χρυσό αγαλματίδιο. Κι αν το «Λεωφορείον ο Πόθος» ήταν η αποκάλυψη ενός ηφαιστειώδους υποκριτικού ταλέντου με το όνομα Μάρλον Μπράντο, το «Λιμάνι της Αγωνίας» ήταν η θριαμβευτική επιβεβαίωσή του, με μια ερμηνεία που έκτοτε αποτέλεσε σημείο αναφοράς για όλες τις γενιές που ακολούθησαν και χωρίς την οποία ενδεχομένως να μην υπήρχε το επερχόμενο κύμα των αντι-ηρώων που ακολούθησε (Ρόμπερτ ΝτεΝίρο, Αλ Πατσίνο. Ντάστιν Χόφμαν και Τζακ Νίκολσον).
Πηγη-flix-Wikipedia-K.O.P.I kinimatografiki omada panepistimioy ioanninon-Freecinema.gr
Σάββατο 20 Ιουνίου 2020
Γουίλιαμ Χόλντεν:Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του '50 ήταν ο πιο επιτυχημένος ηθοποιός στο Box-Office, καθώς βρισκόταν στη λίστα με τους δέκα εμπορικότερους σταρ για πέντε συνεχόμενα χρόνια (1954-1958) κάτι που επανέλαβε και το 1961.
Ήταν ωραίος ο ηθοποιός ο Γουίλιαμ Χόλντεν, είχε το αναπόφευκτο μερίδιό του σε βάσανα, μεγαλύτερο των οποίων ο χρόνιος αλκοολισμός του που άφησε πολύ νωρίς σημάδια πάνω στο ωραίο του πρόσωπο. Στην «Άγρια Συμμορία», η στεγνή, γεμάτη κούραση φυσιογνωμία δεν είναι πάνω από 50 ετών και το μεγαλύτερο κομμάτι δεν οφείλεται σε make up.
Οφείλει πολλά στην Μπάρμπαρα Στάνγουϊκ για την καριέρα του και στο πρόσωπο της ίδιας, σε μια από τις συγκινητικότερες στιγμές των όσκαρ, κατά την διάρκεια της παραλαβής του δικού της τιμητικού βραβείου το 1982, θα δεις την θλίψη για τον πριν λίγους μήνες χαμό του καλού της φίλου. Ο οποίος χαμός είναι από μόνος του αξιοσημείωτα (τραγικά) ανεκδοτολογικός καθώς ο Χόλντεν, σύμφωνα με την αυτοψία, μάλλον πιωμένος, γλίστρησε μέσα στο σπίτι του, χτύπησε το κεφάλι του και βρέθηκε τέσσερεις μέρες αργότερα.
Ο πρώτος του πρωταγωνιστικός ρόλος, το 1939, ήταν εκείνος ενός βιολιστή που ήθελε να γίνει πυγμάχος, στην ταινία του Ρούμπεν Μαμούλιαν Golden Boy. Οι παραγωγοί της ταινίας ήταν αρχικά δυσαρεστημένοι με την ερμηνεία του Χόλντεν και ήθελαν να τον απολύσουν, αλλά η παρέμβαση της συμπρωταγωνίστριάς του Μπάρμπαρα Στάνγουικ απεδείχθη σωτήρια. Η ταινία έκανε τεράστια επιτυχία και ο Χόλντεν έγινε αστέρι πρώτου μεγέθους. Τριάντα εννιά χρόνια αργότερα, όταν η Στάνγουικ και ο Χόλντεν κλήθηκαν να παρουσιάσουν ένα βραβείο στην 50η τελετή των όσκαρ, ο Χόλντεν σταμάτησε την παρουσίαση των υποψηφίων για να ευχαριστήσει δημοσίως τη Στάνγουικ για το γεγονός ότι του έσωσε την καριέρα.[14] Την επιτυχία του Golden Boy ακολούθησε η συμμετοχή του στη μεταφορά του θεατρικού του Θόρντον Γουάιλντερ, Η μικρή μας πόλη (Our Town, 1940). Την επιτυχία ακολούθησε η ξαφνική πτώση, όταν η εταιρία Columbia αγόρασε μέρος του συμβολαίου του και αναγκάστηκε να λαμβάνει μέρος σε ταινίες αμφιβόλου καλλιτεχνικής αξίας τόσο της Columbia, όσο και της Paramount.
Ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος Μπίλι Γουάιλντερ, είχε ξεκινήσει τις προετοιμασίες για τα γυρίσματα της ταινίας Η Λεωφόρος της Δύσης (Sunset Boulevard) και είχε γράψει το ρόλο του ζιγκολό Τζο Γκίλις για το Μοντγκόμερι Κλιφτ. Ο Κλιφτ που είχε συμφωνήσει να αναλάβει το ρόλο τον απέρριψε την τελευταία στιγμή, δίνοντας την ευκαιρία στο Χόλντεν να πάρει τη θέση του. Η ταινία αυτή, που πλέον χαρακτηρίζεται ως μια από τις καλύτερες όλων των εποχών, του χάρισε την πρώτη του υποψηφιότητα για όσκαρ Α' ανδρικού ρόλου, το οποίο έχασε από το Χοσέ Φερρέρ για την ταινία Συρανό ντε Μπερζεράκ (Cyrano de Bergerac, 1950). Η επιτυχία της ταινίας του εξασφάλισε τη συμμετοχή σε μια σειρά αξέχαστων ταινιών, στις οποίες υποδυόταν τον κυνικό και περιθωριακό ήρωα. Ακολούθησε η ταινία Γεννημένη Χθες (Born Yesterday, 1950), πλάι στο πλευρό της Τζούντι Χόλιντεϊ. Το 1953 πρωταγωνίστησε στην ταινία του Μπίλι Γουάιλντερ Ο καταδότης του θαλάμου 17 (Stalag 17), όπου υποδυόταν έναν αιχμάλωτο του πολέμου. Η ταινία αυτή τον βοήθησε να κερδίσει το όσκαρ Α' ανδρικού ρόλου, κατατροπώνοντας τους Μπαρτ Λάνκαστερ και Μοντγκόμερι Κλιφτ υποψήφιοι αμφότεροι για την ταινία Όσο υπάρχουν άνθρωποι (From Here To Eternity, 1953). Την ίδια χρονιά πρωταγωνίστησε στην αμφιλεγόμενη ταινία του Ότο Πρέμινγκερ Το Γαλάζιο Φεγγάρι (The Moon Is Blue, 1953). Το 1954 τον βρήκε να πρωταγωνιστεί σε τέσσερις ταινίες, με πρώτη τη συνεργασία του, για 3η φορά με τον Μπίλι Γουάιλντερ στην ταινία Γλυκιά μου Σαμπρίνα (Sabrina, 1954). Συμπρωταγωνιστές του στην ταινία αυτή ήταν ο Χάμφρεϊ Μπόγκαρντ και η Όντρεϊ Χέπμπορν. Πρωταγωνίστησε σε δυο ταινίες πλάι στη Γκρέις Κέλι με κυριότερη τη Χωριατοπούλα (Country Girl, 1954), στο ρόλο ενός θεατρικού σκηνοθέτη, καθώς και στο Οι γέφυρες του Τόκο-Ρι (The Bridges at Toko-Ri, 1954). Ξανασυνεργάστηκε επίσης με τη φίλη του Μπάρμπαρα Στάνγουικ στην ταινία Ο πύργος των φιλόδοξων (Executive Suite, 1954). To 1955 πρωταγωνίστησε στη μεταφορά του θεατρικού έργου του Γουίλιαμ Ινγκ Πικ-νικ (Picnic) καθώς και στο μελόδραμα Έκσταση και πάθος (Love Is a Many-Splendored Thing). Στα γυρίσματα της ταινίας Έκστασις και πάθος συγκρούστηκε με την συμπρωταγωνίστριά του Τζένιφερ Τζόουνς. Ακολούθησε η συμμετοχή του στο επικό αριστούργημα του Ντέιβιντ Λιν Η Γέφυρα του Ποταμού Κβάι το 1957 και η συμμετοχή του στην ταινία του Κάρολ Ριντ Το κλειδί (The Key, 1958) στο πλευρό της Σοφία Λόρεν.
Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 60' το άστρο του άρχισε να δύει, καθώς αναγκάστηκε από τις κινηματογραφικές εταιρίες να αναλάβει ρόλους σε αδιάφορες ταινίες, όπως το Καυτό Παρίσι (Paris When It Sizzles, 1964), πλάι στην Όντρεϊ Χέπμπορν.
Ας δούμε μερικές ταινίες που σχηματίζουν το δικό του όνομα, το γραμμένο με μεγάλα γράμματα για περισσότερα από είκοσι ένδοξα χρόνια της κινηματογραφικής ράμπας.
Πηγη-cinemagazine.gr-Wikipedia
Cary Grant: Ένας από τους πιο αναγνωρίσιμους και αγαπητούς ηθοποιούς της χρυσής γενιάς του Χόλιγουντ Ο Cary Grant , ένας από τους π...

-
Ο σκηνοθετης Robert Zemeckis ( Contact ) φανερά επηρεασμένος απο τις τεχνικές του μέτρ του είδους Alfred Hitchcock , μας παρουσιάζει ενα ε...
-
Θα πάμε στην Όμορφη και αγαπημένη μου Ίταλια και στην Piazza Navona.Η Piazza Navona είναι μία από τις πιο διάσημες και αναμφισβήτητα μία ...
-
Η μυθολογία είναι η κληρονομιά περασμένων αιώνων. Και η πρωτότυπη ταινία, Clash of the Titans, είναι ένα κλασικό παράδειγμα αυτού του τύπου...