Δευτέρα 17 Δεκεμβρίου 2018

Τζον Λορντ: Ο τζέντλεμαν του ροκ-εν-ρολ.Άγγλος μουσικός, πιανίστας, οργανίστας και συνθέτης, ιδρυτικό μέλος του θρυλικού ροκ συγκροτήματος Deep Purple. Με σπουδαία κλασική μουσική παιδεία, διακρίθηκε για την ικανότητά του να αναμειγνύει την ροκ με την κλασική ή την μπαρόκ μουσική. Η δήλωσή του τον Μάρτιο του 1973 «Είμαστε τόσο έγκυροι όσο και ο Μπετόβεν» θα μπορούσε να μην αποτελεί δείγμα κομπασμού, αν ιδωθεί από την σκοπιά της απήχησης που είχαν οι Deep Purple στα μουσικά δρώμενα της εποχής μας.συνέγραψε τα περισσότερα τραγούδια του συγκροτήματος και, μαζί με τον ντράμερ Ίαν Πέις, ήταν τα μόνα μέλη με συνεχή παρουσία στο συγκρότημα από την ίδρυση του μέχρι το 2002, όταν και αποχώρησε.Από το 1978 έως το 1984, μετείχε στους Whitesnake και συνεργάστηκε με τον Τζορτζ Χάρισον, τον Ντέιβιντ Γκίλμορ, τους Nazareth και μια σειρά άλλους μουσικούς. Υπήρξε κιμπορντίστας και συνθέτης πολλών μεγάλων επιτυχιών του συγκροτήματος, ανάμεσα στα οποία και το ιστορικό «Smoke on the water». Σαφέστατα επηρεασμένος από την κλασσική μουσική, συνέθεσε το «Concerto For Group And Orchestra», το οποίο παρουσίασε για πρώτη φορά το 1969 μαζί με τους Deep Purple. Ο ήχος των Deep Purple καθορίστηκε από τα πλήκτρα του, τα οποία έδωσαν φωτοσκίαση, χρώμα, ποικιλία και… νοστιμιά στην ωμή, συχνά μονοδιάστατη δύναμη του χαρντ ροκ. Ο ήχος του ήταν αποτέλεσμα συνδυασμού του hammond organ με ηλεκτρική ενίσχυση και περιστρεφόμενα ηχεία Leslie – αποτέλεσμα μουσικής παιδείας δεκαετιών, αλλά κυρίως βαθιάς γνώσης ετερόκλητων μουσικών ιδιωμάτων, όπως η κλασική, το ροκ εν ρολ, το μουσικό θέατρο, η τζαζ και τα μπλουζ.
Ολα αυτά τα στοιχεία ο Τζον Λορντ τα ομογενοποίησε και τα ενσωμάτωσε στους Deep Purple με έναν τρόπο ξεκούραστο, αβίαστο, δημιουργώντας ένα μουσικό ύφος που πολλοί προσπάθησαν να αντιγράψουν αλλά κανένας δεν το κατάφερε. Γιατί κανένας δεν ήταν Τζον Λορντ. Ο Τζον Λορντ (Jon Lord) - Τζόναθαν Ντάγκλας Λορντ το πλήρες όνομά του - γεννήθηκε στις 9 Ιουνίου 1941 στο Λέστερ της Αγγλίας. Άρχισε να μαθαίνει πιάνο από τα πέντε του, μία απόφαση που σφράγισε τη ζωή του. Στα εφηβικά του χρόνια τη δεκαετία του '50 επηρεάστηκε από τα μουσικά κινήματα του ροκ εντ ρολ και του R&B και ιδιαίτερα από τους πιανίστες και οργανίστες Τζίμι ΜακΓκριφ και Τζέρι Λι Λιούις. Αποφοίτησε με άριστα από το μουσικό σχολείο του Λέστερ και για δύο χρόνια εργάστηκε ως υπάλληλος σε δικηγορικό γραφείο της γενέτειράς του.Το 1959 μετακόμισε στο Λονδίνο και γράφτηκε σε δραματική σχολή. Για να πληρώνει τα δίδακτρά του έπαιζε όργανο (Hammond) σε μπλουζ και τζαζ σχήματα, ενώ το 1964 συμμετείχε στην ηχογράφηση της μεγάλης επιτυχίας των Kinks You Really Got Me. Το 1967 σχημάτισε το δικό του συγκρότημα Santa Barbara Machine Head, με κιθαρίστα τον Ρον Γουντ, που αργότερα έκανε μεγάλη καριέρα με τους Rolling Stones. Έπαιζαν ηλεκτρικό μπλουζ και ο συνδυασμός οργάνου και κιθάρας αποδείχτηκε καθοριστικός στη διαμόρφωση του ήχου του Λορντ και αποτέλεσε αργότερα το σήμα-κατατεθέν των Deep Purple.
Την ίδια χρονιά γνωρίστηκε με τον μπασίστα Νικ Σίμπερ, με τον οποίον ίδρυσε τους Deep Purple τον επόμενο χρόνο, με τη βοήθεια του επιχειρηματία Τόνι Έντουαρντς και τη συμμετοχή των ταλαντούχων μουσικών Ρίτσι Μπλάκμορ (κιθάρα), Ροντ Έβανς (τραγούδι) και Ιαν Πέις (ντραμς). Το συγκρότημα γνώρισε αμέσως επιτυχία με «κλασσικά» άλμπουμ, όπως τα In Rock (1970), Fireball (1971), Machine Head (1972) και Burn (1974) κι έγινε από τους πιονιέρους του χαρντ ροκ και του χέβι μέταλ, μαζί με τους Led Zeppelin και Black Sabbath.Οι μουσικοί έρχονταν και παρέρχονταν, αλλά ο Λορντ με τον Πέις παρέμεναν οι σταθερές των Deep Purple, μέχρι την πρώτη διάλυση το 1976, εξαιτίας των έντονων διαφωνιών στους κόλπους του συγκροτήματος. Σε αντίθεση με άλλα ροκ συγκροτήματα, οι Deep Purple φλέρταραν με την κλασσική μουσική χάρις στον Λορντ. Το Κοντσέρτο για ροκ γκρουπ και ορχήστρα, που ηχογράφησαν στο Άλμπερτ Χολ του Λονδίνου το 1969, είναι ένα από τα πιο χαρακτηριστικά έργα τους.Στο διάστημα κατά το οποίο έπαιζε με τους Deep Purple, ο Λορντ δημιούργησε το "Gemini Suite" το 1972, το "Windows" το 1974 και το "Sarabande" το 1975, δουλειές που αποτέλεσαν άλλον ένα συνδυασμό της ορχηστρικής μουσικής με τη ροκ. Τον Μάρτιο του 1974, ο Τζον Λορντ και ο Ίαν Πέις συμμετείχαν στο δίσκο "The First of the Big Bands" μαζί με τον Τόνι Άστον, ηχογράφηση την οποία έπαιξαν ζωντανά τον Σεπτέμβριο του 1974, στο Λονδίνο.Τον Άυγουστο του 1978, ο Λορντ εντάχθηκε στους Whitesnake του Ντέιβιντ Κόβερντεϊλ, ενώ ένα χρόνο αργότερα ακολούθησε και ο Ίαν Πέις. Στο συγκρότημα αυτό, ο Λορντ δεν είχε τον ηγετικό ρόλο που είχε κατά καιρούς στους Deep Purple, λόγω της συνύπαρξης του με δύο κιθαρίστες, γεγονός που περιόριζε τις δυνατότητες του. Με τους Whitesnake, ηχογράφησε τους δίσκους "Trouble" (1978) και "Lovehunter" (1979), για να αποκτήσουν έντονη δημοτικότητα με το "Ready an' Willing" του 1980 το οποίο ανέβηκε στο βρετανικό Top-10, και ακόμη περισσότερο με το πλατινένιο "Live...In the Heart of the City". Το 1981, συνέχισαν με το άλμπουμ "Come an' Get It", το οποίο έφθασε στη δεύτερη θέση των τσαρτ της Μεγάλης Βρετανίας, την υψηλότερη στην οποία ανέβηκε ποτέ, δίσκος των Whitesnake. Η εμπορική καταξίωση επήλθε στο συγκρότημα με τους δίσκους "Saints & Sinners" του 1982 και "Slide It In" του 1984, οι οποίοι ήταν και οι τελευταίοι τους οποίους ηχογράφησε ο Λορντ με τους Whitesnake. Ταυτόχρονα, γνώρισαν επιτυχία τα σινγκλ "Fool for Your Loving", "Don't Break My Heart Again", "Guilty of Love" και "Give Me More Time".Παράλληλα, ακολούθησε και σόλο καριέρα, ενώ συμμετείχε και σε άλμπουμ άλλων μουσικών. Από τα προσωπικά του άλμπουμ ξεχωρίζουν τα Pictured Within (1998), Beyond The Notes (2004) και Durham Concerto (2008). Το 2011 αναγορεύτηκε επίτιμος διδάκτωρ μουσικής από το Πανεπιστήμιο του Λέστερ.Ο Τζον Λορντ άφησε την τελευταία του πνοή στις 16 Ιουλίου 2012, σε νοσοκομείο του Λονδίνου, από πνευμονική εμβολή. Έπασχε από καρκίνο του παγκρέατος, ο οποίος εξελίχθηκε ταχύτατα τους τελευταίους μήνες. Στις τελευταίες του στιγμές του συμπαραστάθηκαν η δεύτερη σύζυγός του Βίκυ Λορντ (αδελφή της γυναίκας του ντράμερ των Deep Purple,Ιαν Πέις) και οι δύο κόρες του Έιμι και Σάρα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 Το 2022 έφυγε .Χρυσή  κινηματογραφική χρονιά δεν θα τη λέγαμε αλλά κάποια διαμαντάκια υπήρξαν. Ας τα δούμε αναλυτικά:  1) BLACK PHONE:  Μετ...